Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

Ο αποικιστής του χρόνου



Γιάννης Ψαραύτης

Πίσω από τον εξερευνητή ακολουθούσε ο ιεραπόστολος και πιο πίσω οι εταιρείες, τα νέα μέσα μεταφοράς. Με την αποπεράτωση του έργου των εξερευνήσεων, μετά την εξάντληση της γεωγραφίας, ο καρτεσιανός χώρος γίνεται συνάρτηση του χρόνου διάσχισής του (αποικιοκρατία με άλλα μέσα). Αυτό είναι που έφεραν στην επιφάνεια της συνείδησης οι εμφατικές χειρονομίες των φουτουριστών. Πάνω στη χρονική διάσταση αφήνει τώρα το αποτύπωμά του, το ίχνος του, ένα είδος νεο-αποικιστή, που εγκαινιάζεται στην ιστορία με τα νέα μέσα μεταφοράς. Θα αφήσουμε τον Verne, έναν άνθρωπο του τέλους του 19ου αιώνα, να περιγράψει την αρχετυπική εικόνα του, όπως τον συστήνει στον αναγνώστη του, από σελίδα σε σελίδα του βιβλίου του "ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες".

Phileas Fogg: Δεν γνωρίζουμε τίποτε για την καταγωγή του (παρά μόνο για τον τραπεζικό του λογαριασμό - ο λογαριασμός του αυξανόταν σταθερά, έχει χρήματα που κανείς δεν γνωρίζει πως απέκτησε). Αντιπροσωπεύει το πνεύμα του βιομηχανισμού μεταφερμένο στην καθημερινή ζωή. Αυτή είναι η τεχνολογική ουτοπία που προτείνεται σε αυτό το έργο: ο ορθολογισμός μέσα στο καπιταλιστικό εργοστάσιο, όπως εμφανίζεται στην οργάνωση της παραγωγής, σκοντάφτει στον ανορθολογισμό της ζωής που επικρατεί απέξω: Ο Fogg αντιπροσωπεύει τον νέο τύπο ανθρώπου: πάντα με το ομοιόμορφο βήμα του χτυπούσε τα δευτερόλεπτα σαν εκκρεμές αστρονομικού ρολογιού, ισορροπημένος, μετρημένος, σαν χρονόμετρο του Λερουά ή του Έρνσοου.

Στο ράφι του τζακιού ένα ρολόι ήταν συγχρονισμένο με το ρολόι της κρεβατοκάμαρας και τα δυο χτυπούσαν ακριβώς το ίδιο δευτερόλεπτο. Ένα σημείωμα κρεμασμένο πάνω από το ρολόι: Ήταν το ημερήσιο πρόγραμμα που περιέγραφε αναλυτικά όλα τα καθήκοντα του υπηρέτη… Ήταν όλα σημειωμένα και προγραμματισμένα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια.

Οι κινήσεις του είχαν τη χάρη και τη φαντασία μιας μηχανής, κάτω από αυτό το ψυχρό περίβλημα χτυπούσε μια ανθρώπινη καρδιά; - άκουγε με απερίγραπτη ψυχρότητα, ούτε ο τόνος της φωνής του, ούτε οι χειρονομίες του έδειχναν ότι ένιωθε κάποια συγκίνηση. Αινιγματικός, φλεγματικός, ιδιόρρυθμος, ατάραχος. Είχες την εντύπωση ότι οι ομορφιές της φύσης ή οι αρχές της ηθικής δεν τον άγγιζαν, γνήσιο τέκνο των θετικών επιστημών, από σίδηρο είναι φτιαγμένος αυτός ο άνθρωπος; Μοιάζει με εκείνα τα περίεργα ανθρωπάκια που έχω δει στο μουσείο της μαντάμ Τισό. Αυτή είναι η πρώτη εντύπωση που σχημάτισε γι αυτόν ο Γάλλος υπηρέτης του Πασπαρτού, γιατί βέβαια -το καταλάβαινε αυτό o Verne-, χωρίς να θερμαίνονται οι σελίδες του από το θερμό, μεσογειακό, γαλλικό ταπεραμέντο σε αντίστιξη με την αγγλική ψυχρότητα, το βιβλίο του δεν θα τα κατάφερνε να πάει πολύ μακριά, να κάνει το "γύρο του κόσμου" και να πωλείται σαν ζεστό ψωμί.

Θύμιζε τον  Μπάιρον, λέει κάποια στιγμή ο Verne, (ανανεώνοντας το ρομαντικό ιδεώδες μέσω των τεχνολογικών ουτοπιών που επινοούσε στα έργα του). Ζωή αυστηρά προγραμματισμένη, διάφανη σαν κρύσταλλο, ταυτόχρονα τακτική, ομοιόμορφα επαναλαμβανόμενη. Υποχόνδριος με το χρόνο -αν και ο λιγότερο βιαστικός άνθρωπος έφτανε πάντα στην ώρα του -η ακρίβεια προσωποποιημένη, απαιτούσε από τους άλλους υποδειγματική ακρίβεια και τάξη.

Σταθερό δρομολόγιο σπίτι – Λέσχη – ψυχαγωγία– ανάγνωση εφημερίδων – σπίτι (Αυτή η κυκλική τροχιά παραπέμπει -δραματουργικά- στην τροχιά πάνω στην γήινη σφαίρα που θα ακολουθήσει αργότερα). Εκτελούσε με ορθολογικό τρόπο την τροχιά του γύρω από τη Γη, χωρίς να σκοτίζεται για τους αστεροειδείς που περιφέρονταν γύρω του.

Ανήκει στο είδος των ανθρώπων που τους χαρακτηρίζει η μαθηματική ακρίβεια, που ποτέ δεν βιάζονται και είναι πάντα έτοιμοι, μετρημένοι στο βήμα στις κινήσεις. Δεν έκανε ούτε ένα παραπανίσιο βήμα, ακολουθούσε πάντα την πιο σύντομη οδό. Δεν άφηνε το βλέμμα του να πλανιέται ποτέ στο ταβάνι, δεν επέτρεπε στον εαυτό του καμιά περιττή χειρονομία.

Θεωρούσε τις συναναστροφές απαραίτητες αλλά και χάσιμο χρόνου. Διέθετε αυτό που οι φυσιογνωμιστές αποκαλούν «ηρεμία στη δράση», που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους των έργων και όχι των λόγων. Κλασικός τύπος του ψυχρόαιμου Άγγλου - αγγλική μεθοδικότητα, θρυλική ψυχρότητα. Το σπίτι του έμοιαζε με σαλιγκάρι, αλλά ένα σαλιγκάρι που φωτιζόταν και θερμαινόταν με φωταέριο. Πεντακάθαρο, τακτοποιημένο πουριτανικό σπίτι. Μέλος της Μεταρρυθμιστικής Λέσχης. Τελεία και παύλα.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα ημέρες, εκδ. Deagostini Hellas, 2002.



Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Μετά την εξάντληση της γεωγραφίας



Έγραφε - έγραφε ο Verne (με τον καημό -παρ' όλη τη φήμη που είχε αποκτήσει- ότι δεν θα γινόταν ποτέ ένας Hugo). Η αρχή ενός ακόμη μυθιστορήματος: Σε μια λέσχη, κάποια μέλη συζητάνε παίζοντας χαρτιά. Η κουβέντα έρχεται στο πρωτοσέλιδο θέμα των ημερών, τον κλέφτη της Τράπεζας του Λονδίνου που εξακολουθούσε να παραμένει ασύλληπτος.
«Πού θα μπορούσε να πάει»;
«Δεν ξέρω», αποκρίθηκε ο Α. Στιούαρτ, «αλλά μην ξεχνάμε ότι ο κόσμος είναι μεγάλος».
«Ήταν κάποτε…», είπε χαμηλόφωνα ο Φογκ.
«Τι εννοείτε λέγοντας κάποτε»;
«Μήπως κατά τύχη, ο κόσμος έγινε πιο μικρός»;
«Ασφαλώς», απάντησε ο Γκοτιέ Ραλφ.
«Συμφωνώ με τον κύριο Φογκ. Ο κόσμος έγινε πιο μικρός, αφού σήμερα είμαστε σε θέση να κάνουμε το γύρο του δέκα φορές πιο γρήγορα απ’ ότι πριν 100 χρόνια. Και το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οι έρευνες για την ανεύρεση του κλέφτη έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας από ό,τι στο παρελθόν».
«Αλλά και ο κλέφτης έχει περισσότερες πιθανότητες να ξεφύγει!»
«…Παραδέχομαι, κύριε Ραλφ, ότι χρησιμοποιήσατε ένα παράξενο τρόπο για να μας πείτε ότι ο κόσμος έχει γίνει πιο μικρός! Το γεγονός ότι σήμερα μπορούμε να κάνουμε το γύρο του μέσα σε τρεις μήνες…» «Αρκούν οι ογδόντα ημέρες», είπε ο Φίλεας Φογκ.

«Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες». Το θέμα του Verne σε αυτό το μυθιστόρημα είναι η στιγμή της συνειδητοποίησης της σημασίας που είχε για τον δυτικό κόσμο η εξάντληση του (γεωγραφικού) χώρου. Ο πλανήτης έχει αρχίσει να μοιάζει σαν στενό ρούχο για τον αρπακτικό καπιταλισμό του 19ου αιώνα. Οι πρωτοπόροι, πραγματοποιώντας όλους τους προηγούμενους αιώνες παρακινδυνευμένα ταξίδια προς κάποιο αχαρτογράφητο άγνωστο, πέρα από τα όρια της εκάστοτε ναυσιπλοΐας, επέκτειναν διαρκώς τα όρια της γεωγραφίας για τον κτητικό δυτικό άνθρωπο. Την εποχή του Verne αυτή η διαδικασία είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Η φιγούρα του εξερευνητή έχει πάψει πλέον να τροφοδοτεί το λαϊκό φαντασιακό, είναι η σειρά του εφευρέτη να κερδίσει το δικό του μερίδιο στη φήμη, να ζήσει τη δική του εποχή (την εποχή του Verne όλα έδιναν την εντύπωση ότι άρχισε ξαφνικά να βρέχει φαιά ουσία). Η αποίκηση του χώρου είχε ολοκληρωθεί, μια περίοδος του καπιταλισμού είχε εξαντλήσει το καύσιμό της. Νέα μέσα μεταφοράς που περιπλέκουν τα παίγνια γεωπολιτικής, αποικιοκρατία. Η περσόνα του Φογκ δεν αντιπροσωπεύει τον δον Κιχώτη των εξερευνητών την εποχή της εξάντλησης της γεωγραφίας, αλλά τον αποικιστή του χρόνου μέσω της ταχύτητας. Η πανοπλία του είναι μια λοκομοτίβα. Το κίνητρο του ταξιδιού σε αυτό το έργο δεν είναι μια άγνωστη αχαρτογράφητη περιοχή: Εγκαινιάζει τη μετάβαση από την αποικιοκρατία του (γεωγραφικού) χώρου στην αποίκηση του χρόνου. Η ανάπτυξη των νέων μέσων μεταφοράς εγκαινίασε στην ιστορία μια διαδικασία που η αξία της για την καπιταλιστική οικονομία έγκειται στο διαρκές ξεπέρασμά της (τεχνολογικά), διαδικασία που ο Βιριλιό απέδωσε ως «τεϋλοριστική συστολή των αποστάσεων». Στο μυθιστόρημα του Verne, επίτευγμα δεν είναι η συντόμευση του χρόνου ταξιδιού -ένα ρεκόρ που η αξία του άλλωστε έγκειται στο ότι προορίζεται να ξεπεραστεί-· επίτευγμα τώρα είναι η δυνατότητα μιας προγραμματικά ελεγχόμενης με χρονική ακρίβεια κίνησης, στο πλαίσιο ενός δικτύου μεταφορών και επικοινωνιών. Η τεχνολογία προσφέρει κύκλους καπιταλιστικής οικονομικής επέκτασης πάντα στο έδαφος μιας εξάντλησης, μειώνοντας ολοένα το ζωτικό χώρο του ανθρώπου, παραβιάζοντας επικίνδυνα τα όρια που επιβάλει η φυσιολογία του. Όταν, λοιπόν, δεν υπάρχει πλέον τίποτε να εξερευνηθεί (εξάντληση του χώρου), ακολουθεί η κατάκτηση του χρόνου μέσω της ταχύτητας. Η καπιταλιστική επέκταση συμβαίνει πάντοτε πάνω στις στάχτες του παλαιού, παλαιό τώρα είναι ο χώρος (ο κόσμος στις τρεις διαστάσεις): καταστροφή του χώρου μέσω του χρόνου (διάσχισής του). Μαρξ. Ο καπιταλισμός επινοεί από τότε τεχνολογίες που συστέλλουν ή διαστέλλουν το εκτατό μέσω της τέταρτης διάστασης. Γιγαντισμός και παράλληλα νανισμός, τεχνολογίες macro αλλά και micro, αρκεί να εγκαθιστούν ένα μονοπώλιο ισχύος. 

Το πανεποπτικό βλέμμα της δορυφορικής λήψης σήμερα, εξυπηρετήθηκε την εποχή του Verne, από την ταχύτητα των μέσων μεταφοράς. Μετατροπή του τοπίου σε τοπίο έξω από το παράθυρο ενός μέσου. Το μέσο δεν έχει σημασία, αρκεί να βάζει το τοπίο σε ράγες, σε τροχιά. Το τοπίο σε τροχιά: ιμάντας παραγωγής που αποκλείει το απρόοπτο. Απρόοπτο εδώ είναι η αιφνίδια ακινησία του μέσου που η αιτία της δεν ανήκει στον προγραμματισμό του μέσου, δεν αποτελεί δομικό στοιχείο του δικτύου.

Το σύστημα των αυτοκινητοδρόμων -από ένα σημείο της ανάπτυξής του και μετά- επεκτείνει το δίκτυο των μεταφορών που δημιούργησε ο σιδηρόδρομος. Επέκταση στο γήινο σώμα, που δεν είχε ανάγκη την στρατηγική της ρωμαϊκής επέκτασης, του «σεβασμού» δηλαδή των τοπικών συνθηκών και των πολιτισμικών διαφορών που συναντούσε. Ο ιμπεριαλισμός των νέων μέσων μεταφοράς επέβαλε παντού στο ισοπεδωτικό, σαρωτικό πέρασμά του τα δυτικά πρότυπα. «Όλα δημιουργούν στον επισκέπτη την εντύπωση ότι κάποια αγγλική εμπορική πόλη από τις κομητείες του Κεντ ή του Κάρεϊ διαπέρασε τη γήινη σφαίρα και ξεπρόβαλε σχεδόν στους αντίποδες, σε εκείνο το σημείο της Κίνας». «Είχε την εντύπωση, ότι εξακολουθούσε να βρίσκεται στη Βομβάη, την Καλκούτα ή την Σιγκαπούρη. Μια ολόκληρη αλυσίδα από τέτοιες αγγλικές πόλεις διατρέχει σήμερα όλο τον κόσμο».

Στον «Γύρο του κόσμου…» η φύση δεν είναι άλλο από την πηγή του απρόοπτου, του απρόβλεπτου, είναι ο παράγοντας που όταν δεν ελέγχεται τεχνολογικά δημιουργεί εμπόδια, καθυστερήσεις, αιτίες αιφνίδιας ακινησίας του μέσου μεταφοράς. Είναι το ανορθολογικό στοιχείο σε μια εποχή θετικισμού (που δεν άφησε εκτός της σφαίρας επιρροής του, έως ένα βαθμό, ούτε το έργο του Μαρξ). «Έπεσε η νύχτα. Μια νύχτα γεμάτη από τους βρυχηθμούς των τίγρεων, τα μουγκρίσματα των αρκούδων και τα ουρλιαχτά των λύκων που τρέπονταν σε φυγή καθώς η ατμομηχανή χιμούσε ανάμεσά τους».

Οι εφευρέσεις πρόσφεραν νέες αχαρτογράφητες περιοχές στην οικονομία, στον Βερν νέες προοπτικές για δράση, μια ύστατη προσπάθεια ανανέωσης του ρομαντικού υποκειμένου. Το τεχνολογημένο περιβάλλον δίνει νέες προοπτικές για δράση. Βουλιμία του Βερν από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα για νέες αφιλόξενες περιοχές του αγνώστου, φιλόξενες όμως στη δράση. Είναι πάντοτε η συνάντηση του τεχνολογημένου με το φυσικό, αδιαμεσολάβητο από την τεχνολογία, περιβάλλον. Καπιταλιστική βουλιμία για επέκταση, μετά την εξάντληση της γεωγραφίας: αποικιοκρατία με άλλα μέσα, καπιταλιστική επέκταση μέσω της τεχνολογίας.

Η σφοδρή επιθυμία του βλέμματος: πριν καταβροχθίσει τον χώρο «με μια βουλιμία απαράμιλλη στην ιστορία των ανθρώπινων μεταναστεύσεων, ο σκαπανέας (πιονέρος) τον καταβροχθίζει ήδη με μια ματιά - στην Αμερική, όλα αρχίζουν και όλα τελειώνουν με τη σφοδρή επιθυμία του βλέμματος». (Frederick J. Turner, 1894). Το νόημα της Αμερικής: Ο αστικός χρόνος ως αφαίρεση από τον χρόνο της εμπειρίας καταστρέφει το χώρο (εξαντλώντας τον) μέσω της ταχύτητας. Για την Ευρώπη η «Αμερική ήταν ένα λάθος» (Freud) που όμως μετά από την εξάντληση δύο μεγαπολέμων, το λάθος άπλωσε τον ιστό του σε ολόκληρο το γήινο σώμα.

Το σχήμα. Ο καπιταλισμός δεν αναπτύσσεται πλέον μόνο σε παραποτάμιες πόλεις, λιμάνια και σταθμούς τραίνων. Με την αυτοκίνηση μπορεί να κατακτήσει κάθε γωνιά του πλανήτη. Την εποχή της ανάπτυξης των μέσων μεταφοράς, η Γη αρχίζει να φαίνεται απελπιστικά μικρή. Σε μια πρόσφατη διαφήμιση της Mercedez Benz διαβάζουμε: «Η συνολική επιφάνεια της γης είναι περίπου 510.000.000 τ.χ. ΚΡΙΜΑ!».

Εξάντληση της γεωγραφίας, τεϊλορισμός των αποστάσεων που ακολούθησε την ολοκλήρωση των εξερευνήσεων. Όπως οι μηχανές απορρόφησαν την εργασία (δημιουργώντας την δυστοπία ενός κόσμου βασισμένου στην εργασία, χωρίς εργασία), τα μέσα μεταφοράς -με τη σειρά τους- απορρόφησαν το ταξίδι του εξερευνητή. Η μαθηματικοποίηση του κόσμου που προέκυψε μέσω (του ελέγχου) της ταχύτητας είναι η κυριαρχία του χρόνου πάνω στο χώρο. Τρέλα της συνεχούς μεταβολής. Επιτάχυνση/πύκνωση ακόμη και της Ιστορίας (Στάινερ). Μέσω του χρόνου κυριαρχούμε στο χώρο καταργώντας τον. Όλα παίζονται στα όρια. Κάθε φραγμός κάθε όριο αδιάκοπα βρίσκεται καταργημένο: κανένα όριο δεν είναι απαραβίαστο αν υπάρχει η τεχνολογία γι' αυτό, κανένα ιερό, καμιά απαγόρευση δεν μπορεί να προφυλάξει πλέον κανένα «χώρο», κανένα άβατο. «Ο τροχός και οι μεταμορφώσεις του» μέσα στην ιστορία, γίνεται «επιταχυντής ανθρωπίνων έργων και αρχιτέκτονας αδιάκοπα νέων κοινωνικών σχέσεων» (Μάρσαλ Μακ Λούαν). Στο πεδίο των ιδεών, η διάλυση μιας μορφής συνείδησης, είναι αρκετή για να σκοτώσει μια ολόκληρη εποχή, παρατηρούσε ο Μαρξ. Η Σεχραζάτ σε μια ακόμη κερδισμένη νύχτα αφηγείται: «Στα Κανάρια νησιά, υπήρχε ένα τεράστιο μπρούντζινο άγαλμα ενός ιππέα, που έδειχνε με το σπαθί του δυτικά. Στο βάθρο υπήρχε μια επιγραφή: «Γυρίστε πίσω. Στα νώτα μου δεν υπάρχει τίποτε» (F. Burton, 1001 Nights, vol. II, σ. 141). Το άγαλμα προς τιμήν της εξάντλησης της γεωγραφίας θα έπρεπε να γράφει: «Δεν έμεινε κανένα μέρος που να μην έχετε πάει, αποικίστε τώρα το χρόνο». Η αποίκιση του χρόνου όμως (μας έμαθε ο Μαρξ), μπορεί να γίνει μόνο μέσω της καταστροφής του χώρου.

 Ο μυθιστορηματικός Φίλεας Φογκ, κινήθηκε σε τροχιά αντίθετη από τον Κολόμβο. Τα κίνητρά τους -εκ διαμέτρου αντίθετα- καθόρισαν και τις τροχιές τους. Και οι δυο βασίστηκαν στη σφαιρικότητα του γήινου σώματος. Ο Κολόμβος αναζήτησε νέους θαλάσσιους δρόμους, παρακάμπτοντας (αποφεύγοντας για την ακρίβεια) το πολιτιστικό πανδαιμόνιο της Ανατολής - στο πλαίσιο της γεωπολιτικής της εποχής του. Απέτυχε στο στόχο του γιατί σκόνταψε επάνω σε μια νέα Ήπειρο, έχοντας γίνει θύμα της ανυπομονησίας της εποχής του -που τροφοδοτούσε η πίστη στην εξάντληση της γεωγραφίας- δεν επέτρεψε στον εαυτό του, ούτε καν σαν υπόθεση εργασίας, τη σκέψη μιας ακόμη αχαρτογράφητης ηπείρου. Για τον μυθιστορηματικό Φογκ/Βερν, στο σημείο εξάντλησης της γεωγραφίας, δεν απέμενε παρά μόνο ένας τελευταίος άθλος να πραγματοποιηθεί: το παράδοξο μιας επιστροφής χωρίς ταξίδι επιστροφής: το παράδοξο ενός ταξιδιού όπου η αφετηρία και ο προορισμός συμπίπτουν γεωγραφικά. Την εποχή του Βερν το «αποικιοκρατικό δαιμόνιο» της Αγγλίας έχοντας εξαντλήσει τη γεωγραφία, όπου δεν απέμενε πλέον τίποτε που να μην είναι γεωπολιτική στο πλαίσιο του καπιταλισμού, προετοιμαζόταν με τα νέα μέσα μεταφοράς για ένα νέο κύμα αποικισμού μέσω της χρονικής διάστασης (τεχνολογικές μεθόδους καταστροφής του χώρου μέσω του χρόνου).

Ένα βλέμμα πρωτόγνωρο πάνω στη γεωγραφία, καταργεί μια οπτική συνήθεια αιώνων: το επίπεδο του γήινου ορίζοντα αρχίζει να καμπυλώνεται στη συνείδηση. Ένα νέο βλέμμα που διεύρυναν πολλά χρόνια αργότερα οι τεχνητοί δορυφόροι. Η ταχύτητα, αποστερώντας από το ταξίδι το βιωματικό του χρόνο, απανθρωποποιεί το ταξίδι, οδηγεί τον άνθρωπο, στα όρια της φυσιολογίας του, σε ψυχοσωματική εξάντληση/εξαθλίωση. Το ταξίδι πρέπει να συντηρείται με τη μέγιστη ταχύτητα του εκάστοτε μέσου  - για την εποχή.

Στο βιβλίο του Βερν, κάθε φορά που το μέσο μεταφοράς ακινητοποιείται, ένα γεγονός πολιτιστικά διαφορετικό έρχεται να διασταυρωθεί. Η ταχύτητα και ο προγραμματικός έλεγχός της με τα μέσα μεταφοράς γίνεται το συγκριτικό πλεονέκτημα του δυτικού πολιτισμού. Εμπόδια βάζουν η φύση και οι τοπικοί αναχρονισμοί. Η τεχνολογία δεν είναι παρά ένας αδιάκοπος αγώνας για την κυριάρχηση της φύσης. Τα προβλήματα κατά την διαδρομή δεν είναι μηχανικές βλάβες, ατυχήματα, αστοχία υλικών, αλλά καθυστερήσεις εξαιτίας απρόβλεπτων καταστάσεων που βάζει ο φυσικός και πολιτισμικός περίγυρος καθώς διασχίζεται από το μέσο μεταφοράς, (Ένα κοπάδι βουβάλια, τοπικά έθιμα και κουλτούρες, αναχρονιστικοί θεσμοί, τοπικοί δικαστές, ινδιάνοι κ.λ.π.). Αντίβαρο όλων αυτών η επινοητικότητα/εφευρετικότητα του δυτικού ανθρώπου, η ικανότητά του αξιοποίησης των τεχνολογικών μέσων. Η σύγκρουση με ό,τι θεωρείται ότι ανήκει στον παλαιό κόσμο γενικεύεται από την αστική τάξη· πολιτισμοί, θρησκείες, νοοτροπίες, αναχρονισμοί βρίσκονται απέναντι από το κλείστρο του όπλου της.

Και πανταχού παρόν ένα ρολόι, να απεικονίζει έναν υπαρξιακά αδυσώπητο χρόνο. «Το ρολόι και όχι η ατμομηχανή είναι η βασική μηχανή της σύγχρονης βιομηχανικής εποχής», παρατηρεί ο Elias. «Καμιά άλλη μηχανή δεν είναι τόσο πανταχού παρούσα. Το ρολόι μεταμόρφωσε την κοινωνία και επέβαλε σε όλους την τυραννία του χρόνου, ενώ συγχρόνως έκανε δυνατή τη χρονική αφαίρεση, έξω από κάθε ανθρώπινη εμπειρία». Ήταν όμως η εφεύρεση του ρολογιού που επέβαλε την τυραννία του χρόνου, ή η ανάδυση της οικονομίας της αγοράς που την έκανε αναγκαία;

Η τυραννία του χρόνου: «Το εκκρεμές του ρολογιού χτυπούσε τα δευτερόλεπτα με απαράμιλλη ακρίβεια». Το αόρατο χέρι του ρολογιού πρωταγωνιστεί κρυμμένο πίσω από κουρντισμένα βήματα, λόγια, βλέμματα στο βιβλίο του Βερν «ο γύρος του κόσμου…». Εγκαινιάζεται ο Παγκόσμιος χρόνος (που ο τρόπος μέτρησής του προσφέρει και το αφηγηματικό εύρημα που κλιμακώνει τη δράση στο βιβλίο). Η μέτρηση του χρόνου όμως πάνω στο γήινο σώμα ως σύστημα αναφοράς, μετατρέπει τη γη σε καθεδρικό ναό της νέας θεότητας.

Στο βιβλίο του Βερν δεν ενδιαφέρει το ταξίδι, αλλά η χρονική του συρρίκνωση. Η ταχύτητα των νέων μέσων αποστερεί από το ταξίδι τον βιωματικό του χρόνο: Το ταξίδι απανθρωποποιείται. Η εποχή του Βερν αρχίζοντας να κινείται με την ταχύτητα ενός τραίνου, χωρίς να το συνειδητοποιεί αρχίζει ήδη από τότε να ζει σε ένα μικρότερο πλανήτη και το κεφάλαιο σε έναν μεγαλύτερο. Σε υπαρξιακό επίπεδο έχουμε συστολή του χώρου μέσω της ταχύτητας που αναπτύσσουν τα νέα μέσα μεταφοράς, για να κρυφτεί αυτή η βιωματική αλήθεια όλα μετατρέπονται σε οικονομία.

Συρρικνώσαμε τη γη. Το 1911 ο Charles Gide έγραφε: «Παραγωγικότης των μηχανών. Αύτη ηυξήθη καταπληκτικώς κατά τους τελευταίους χρόνους και βαίνει αυξανόμενη διαρκώς. Ούτω τα αγγλικά εργοστάσια παράγουσι μέτρα βαμβακερών υφασμάτων τόσον πολλά, ώστε δι’ αυτών δύναταί τις να περιζώσει την Γην 300 φοράς ήτοι 12 δις υάρδας. Ηδύνατο δε να κατασκευάσωσι και επενδύτην της Γης εκ βαμβακερού υφάσματος, αν εύρισκον αγοραστάς». 

«Η γη μια σιδερένια σφαίρα καταδίκου βροντοχτυπάει στο πόδι μου αλυσσοδεμένη», τραγουδούσε ο Μαγιακόφσκι. Tο 2000 ο Νεγκρεπόντε έγραφε: Στην εποχή που ο πλανήτης έγινε ψηφιακός «θα μοιάζει και θα αισθάνεται σαν το κεφάλι της καρφίτσας». Κι ο Μποντριγιάρ: "Η γη μετατρέπεται σε διαστημόπλοιο". Στις 20 Ιουλίου του 2006 μια ιστοσελίδα καλούσε τους επισκέπτες της στις 13:39:13 ακριβώς να αρχίσουμε να χοροπηδάμε ταυτόχρονα όλοι μαζί ώστε να μετατοπιστεί ο άξονας περιστροφής της Γης, …σώζοντας έτσι τον πλανήτη από την κλιματική αλλαγή. «Πήδα και σώσε τον πλανήτη». Η ισχύς όχι πλέον «εν τη ενώσει», αλλά στον ακαριαίο συντονισμό. Το 2013 ο Έρικ Σμιντ της google έξέφρασε την ανυπομονησία της δικής μας εποχής. «Το μοναδικό όριο είναι η φαντασία. Ο ουρανός είναι το όριο» δήλωσε,  προαναγγέλοντας το άνοιγμα της εταιρίας στους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και της βιοτεχνολογίας. 

Γιάννης Ψαραύτης



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Phileas Fogg (Φιλεας Φογκ), ο βασικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος του Ιουλίου Βερν "Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες". Ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα ημέρες, εκδ. Deagostini Hellas, 2002.
Charles Gide, φημισμένος Γάλλος οικονομολόγος (1847-1932). Το απόσπασμα προέρχεται από άρθρο του 1934, που δημοσιεύθηκε σε τεύχος της σειράς "Λαϊκό Πανεπιστήμιο της Βραδυνής".




Του Μαρινέτι το μπαρούτι



Γιάννης Ψαραύτης

Για τον βουλιμικό καπιταλισμό, το έδαφος δεν είναι σαν τη θάλασσα ή τον αέρα, που είναι παντού δρόμος. Για να πάει το σύστημα του Ford παντού, χρειάζεται να βγει έξω από τα εργοστάσια, να κυριεύσει ό,τι βρίσκεται εκεί: αντικείμενα, επιθυμίες, ανάγκες, κάθε πλευρά της ζωής. Το προϊόν που κατασκεύαζε ο Ford έμελλε να γίνει το μέσο/όχημα που θα μετέφερε την μέθοδό του αποτελεσματικά έξω από τα εργοστάσια, υποτάσσοντας στους σκοπούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης όλες τις υποδομές, χειραγωγώντας κάθε πλευρά της ζωής, μεταφέροντας τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής εκεί που χωρίς τα νέα μέσα μεταφοράς δεν θα μπορούσαν ποτέ να φτάσουν, κοντολογίς σε ολόκληρο το γήινο σώμα. Η αυτοκίνηση ολοκλήρωνε τη διαδικασία που είχε ξεκινήσει ήδη με τα δίκτυα των σιδηροδρόμων. Τα ηλεκτρικά και πληροφοριακά δίκτυα αποτέλεσαν, σε μια επόμενη επέκταση, το νευρικό σύστημα ενός νέου κόσμου.

Οι ισχυροί του χρήματος της περιόδου του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην Αμερική, μοιράζουν τη χώρα, περιοδικό πολιτικής σάτυρας Puck, 1885

 Η τέχνη βέβαια πιάνει δουλειά πολύ πριν από τους εκσκαφείς, προετοιμάζοντας το έδαφος. 1909. «…Δηλώνουμε ότι το θαυμαστό μέρος του κόσμου πλουτίστηκε με μια νέα ομορφιά: την ομορφιά της ταχύτητας … ο Χώρος και ο Χρόνος πέθαναν χτες. Εμείς ζούμε κιόλας το απόλυτο, γιατί πλέον έχουμε δημιουργήσει την αιώνια ταχύτητα πανταχού παρούσα … ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης».

Οι φουτουριστές, φέρνοντας την αισθητική της ταχύτητας και της τεχνολογίας στο κέντρο του πολιτικού -γνωρίζουμε εμείς-, προετοίμασαν ιδεολογικά το έδαφος για τον φασισμό. Παρέσυραν όμως και μια γενιά που ήταν έτοιμη για επανάσταση. «Έι, γλέντια τώρα των φουτουριστών, το φράκο της παλιατσουριάς θα ξηλωθεί φαρδιά πλατιά!». «Σε κάθε νέο του Μαρινέτι το μπαρούτι σε κάθε γέρο του Ουγκώ η σοφία», μπορούσε ακόμη να τραγουδά ο Μαγιακόφσκι.

Η «ελευθερία» εναντίον του παλαιού κόσμου της φεουδαρχίας, των μνημείων, των μουσείων και των καθεδρικών, η βασισμένη στην αδρεναλίνη του εποχούμενου φουτουριστή, έφερνε τους καθεδρικούς των εργοστασίων μαζικής παραγωγής, την καθυπόταξη του ανθρώπινου παράγοντα σε εξοντωτικές, επαναληπτικές λειτουργίες μηχανών στις οποίες περνάει σιγά σιγά και ο έλεγχος της παραγωγής. «Η σάρκα και η μηχανή» γίνονται «οι μύες της ζωής» (Kazimir Malevich). Ο μη προνομιούχος της νέας εποχής που δοξολογούσαν οι ποιητές, βίωνε κι αυτός την ταχύτητα όχι σαν ίλιγγο αδρεναλίνης όμως, αλλά ως παροξυσμό παραγωγικότητας, (γιατί η ταχύτητα, από τη στιγμή που ένας κόσμος βασίζεται σ’ αυτήν, σαρώνει τα πάντα, σε όλα τα επίπεδα). Η εποχή του Ford: ζωή χωρίς νόημα, που δεν δικαιώνει ούτε ο θάνατος, απαξίωση/στρατιωτικοποίηση της ζωής, στοίβαγμα σε άθλια παραπήγματα και εποχή παραπλανημένων ποιητών - «Πιο δυνατά αγκομάχα μηχανή και μη σωπαίνεις στους αιώνες» (Μαγιακόφσκι).

Η ταχύτητα -πέρα από το φετιχισμό της- για τον καπιταλισμό, δεν έχει αξία από μόνη της. Αποκτάει αξία μόνο όταν γύρω από αυτήν οργανώνεται ένα δίκτυο. Το σημαντικό δεν είναι η ταχύτητα αλλά -από ένα σημείο κι μετά- η δυνατότητα προγραμματισμένης μετακίνησης που επιτρέπει την ύφανση ενός δικτύου. Αυτός είναι ο λόγος που ο Verne δεν χρησιμοποιεί το αερόστατο ως μέσο μεταφοράς στο μυθιστόρημά του «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες». Το ταξίδι με αερόστατο (παρόλο το πάθος του Verne για τα αερόστατα) δεν ενδιαφέρει στο μυθιστόρημα επειδή ακριβώς ως μέσο μεταφοράς αντιστέκεται στην προγραμματισμένη κίνηση, καθώς υπόκειται στο απρόβλεπτο των ανέμων (ανορθολογικό στοιχείο). Στην κινηματογραφική εκδοχή του έργου από τον Μ. Τοντ (1956), γίνεται -αυθαίρετα- χρήση αερόστατου. Στην αρχή του ταξιδιού διασχίζουν την Μάγχη με αερόστατο με σκοπό να φτάσουν στο Παρίσι, κάποια στιγμή καθώς περνάνε πάνω από μια κορυφή των Άλπεων, ο Φογκ απλώνει το χέρι του κρατώντας ένα δοχείο για να μαζέψει λίγο χιόνι και να παγώσει έτσι τη σαμπάνια του. Κατά κακή τύχη η σκηνή είναι ευρηματική, σε σημείο που το αερόστατο κερδίζει περίοπτη θέση στην αφίσα της ταινίας, κάτι που βέβαια συνιστά παρανόηση του έργου, αφού βρίσκεται πέρα από τις προθέσεις του συγγραφέα σε αυτό το έργο.

Ο Verne στο έργο αυτό, χρησιμοποιεί/αξιοποιεί/ενδιαφέρεται για μέσα μεταφοράς/επικοινωνίας μόνο στο βαθμό που μπορούν να εδραιώσουν ένα παγκόσμιο δίκτυο. Χρησιμοποιούνται βέβαια ως μέσα μεταφοράς αυτοσχέδιες λύσεις της στιγμής όπως ένας ελέφαντας (σελίδες όπου οι ήρωες βρίσκονται αντιμέτωποι με τις ιδιοτροπίες του), ένα αυτοσχέδιο ιστιοφόρο έλκηθρο, ένα σαπιοκάραβο (λύση ανάγκης) που ξεμένει από κάρβουνο και τότε γίνεται το ίδιο το καύσιμό του (καίγοντας την ξυλοδομή του). Ως στοιχεία της πλοκής εξυπηρετούν την ανάγκη να ανεβαίνει που και που το θερμόμετρο της ανάγνωσης (ο Verne δεν ξεχνάει ποτέ τον εκδότη του). Στην οικονομία του μυθιστορήματος όμως χρησιμοποιούνται εκτός προγράμματος και σε περιπτώσεις που κάποιο εμπόδιο -εκτός δικτύου δυνάμεις-: αναχρονιστικοί θεσμοί, φυσικά φαινόμενα, παραδοσιακά στοιχεία, τοπικές κουλτούρες, οτιδήποτε δηλαδή στέκεται εμπόδιο στην καπιταλιστική επέκταση του δυτικού, αποικιοκρατικού κόσμου (που είναι και το κεντρικό θέμα του μυθιστορήματος). Επιπλέον, δίνουν πρώτης τάξεως ευκαιρίες για επίδειξη «εφευρετικού πνεύματος» από τον δυτικό τύπο ανθρώπου, όταν πρέπει να αντιδράσει υπό πίεση σε ένα πολιτισμικά αφιλόξενο περιβάλλον. Δεν θεωρείται άδικα κάτοχος του «αποικιοκρατικού πνεύματος», γράφει ο Verne για τον ήρωά του.  

Στον καπιταλισμό υπάρχει η τάση, η εκμετάλλευση και η διανομή πόρων, αργά ή γρήγορα, να οργανώνεται σε δίκτυο. Ένας τέτοιος μετασχηματισμός απαιτεί κατάλληλη τεχνολογία, η οποία καθορίζει την μορφή που θα πάρει. Η εφεύρεση του Watt έκανε την αρχή με την ώθηση που έδωσε στις μεταφορές - που κλιμακώθηκε με την ανάπτυξη του δικτύου των σιδηροδρόμων και επεκτάθηκε σε επόμενη φάση στην αυτοκίνηση, για να καλύψει το δίκτυο των μεταφορών ολόκληρο το γήινο ανάγλυφο. Η ηλεκτρική τεχνολογία με τη σειρά της, αποδείχθηκε η κατάλληλη τεχνολογία για την μετατροπή όλων των ενεργειακών πόρων και την ενσωμάτωσή τους -ανεξαρτήτως μορφής- σε δίκτυο. Προετοιμαστηκε έτσι το έδαφος για την πληροφορική τεχνολογία, που δημιούργησε το δίκτυο των δικτύων (όπου το δόγμα, "ό,τι δεν συνδέεται πεθαίνει", τώρα ολοκληρώνεται).  

Στα δίκτυα (κάθε μορφής) έχουμε -πάντοτε- μια μετατόπιση ισχύος από την παραγωγή στην παροχή/διανομή. Ο παραγωγός περιεχομένου του δικτύου υποτάσσεται στον πάροχο. Η παροχή αντικαθιστά την έννοια της ταχύτητας στις ροές των δικτύων. Η ταχύτητα στα αναλογικά δίκτυα, έχει αξία χρήσης σε ένα πρώτο στάδιο εφαρμογής, ανοίγοντας/προετοιμάζοντας το πεδίο για την εγκαθίδρυση/εδραίωση του δικτύου. Σε ένα κυκλοφοριακό δίκτυο αυτοκινήτων -για παράδειγμα- η ταχύτητα χάνει σταδιακά την αξία χρήσης της και αντικαθίσταται από την παροχή. Η ταχύτητα για την χρονοπολιτική (ο εύστοχος όρος του Βιριλιό) έχει το ρόλο που είχε ο πιονέρος, ο εξερευνητής στην γεωπολιτική. Η ταχύτητα προωθεί τον ατομικισμό (εξ ου και ο φετιχισμός της τη δεκαετία του 1960). Από αυτή την άποψη το φιλμ Weekend του Gondard είναι τέλος εποχής, περιγράφει ακριβώς το σημείο μιας εξάντλησης, που έβαζε τέλος στον νομαδισμό της νεολαίας το 60, στην ουτοπία της περιπλάνησης που φενάκισε μια ολόκληρη γενιά. Η γενιά του 60 άνοιξε το πεδίο, έδωσε τους πιονέρους που προετοίμασαν την εποχή των δικτύων, όπως οι εξερευνητές, οι πιονέροι της εποχής της επέκτασης στη γήινη σφαίρα, άπλωσαν στα όριά της τη σκακιέρα της γεωπολιτικής. 

Η ψηφιακή τεχνολογία έδωσε την (τεχνολογική) λύση για το ξεπέρασμα των αδιεξόδων των δικτύων που προϋπήρχαν, κάνοντας εφικτή την ενοποίηση όλων των δικτύων, μετατρέποντας όλα τα προϋπάρχοντα δίκτυα σε περιεχόμενό της. Ο καπιταλισμός αποϋλοποιεί προκειμένου να γνωρίσει έναν επόμενο κύκλο επέκτασης στο άυλο. Άυλο στην εποχή των ψηφιακών δικτύων σημαίνει την απεξάρτηση του περιεχομένου από ένα συγκεκριμένο υλικό φορέα. Το αδιάσπαστο υλικής μορφής και περιεχομένου στις υπηρεσίες που παρέχει ο τριτογενής τομέας στον κλασικό καπιταλισμό, έδωσε τη θέση του στην αυτονόμηση του περιεχομένου από κάποιον υλικό φορέα: O καπιταλισμός απέδειξε ότι μπορεί να βασίζεται για την επέκτασή του τόσο στον υλικό φορέα, όσο και στο ακριβώς αντίθετο. Κρατάει τον αλγοριθμικό έλεγχο του υλικού φορέα των δικτύων, και αφήνει για τους φτηνούς -πλέον- εργαζόμενους της ψηφιακής εποχής το περιεχόμενο.

Το σημαντικό στον καπιταλισμό είναι η επέκταση, το καύσιμο που του δίνει την προωθητική του ενέργεια. Η κυρίαρχη μορφή του κεφαλαίου στην εποχή των δικτύων δεν χρειάζεται πια το copyright. Ο κύκλος της Γουτεμβέργιας εποχής -εποχή που το κεφάλαιο στηριζόταν για την επέκτασή του στην παραγωγή και τον έλεγχο του περιεχομένου- έχει οριστικά κλείσει. Ίσα ίσα το copyright γίνεται τώρα τροχοπέδη και θα έχει -αργά ή γρήγορα- την τύχη που είχε –παραδείγματος χάρη-  η μεσαιωνική έννοια της συντεχνίας. Έτσι εξηγείται το «κάνω πως δεν βλέπω» του συστήματος εκεί που -επιδεικτικά- παραβιάζεται το copyright. Οι εταιρίες προστασίας του έχουν αναλάβει το ρόλο του Ιαβέρη στην ιστορία: «άφησέ τις να νομίζουν ότι κάτι κάνουν, ότι έχουν κάτι να προστατέψουν». Μέχρι το κρίσιμο σημείο, όπου αυτό που προστατεύουν να μην έχει πλέον καμιά οικονομική αξία.

Το κεφάλαιο στις σύγχρονες εκδοχές του, μιλάει για την άυλη οικονομία, η κερδοφορία του όμως προέρχεται από τον αλγοριθμικό έλεγχο του υλικού μέρους των δικτύων. Η μυστική συνταγή της Coca Cola –αυτό το φετίχ από μια προηγούμενη εποχή του κεφαλαίου- είναι το πρότυπο. Ο μυστικός επτασφράγιστος αλγόριθμος της Google είναι το νέο πρότυπο για την σύγχρονη εκδοχή κεφαλαιακής συσσώρευσης.



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

"...του Μαρινέτι το μπαρούτι...", στίχος του Μαγιακόφσκι. Αναφορά σε ένα από τους ιδρυτές του φουτουρισμού. Ο Μαγιακόφσκι -όπως και οι περισσότεροι της γενιάς του- είχε επηρεαστεί από το κίνημα του ιταλικού φουτουρισμού, κυρίως μέσω των μανιφέστων που κυκλοφόρησε ο Μαρινέτι (1909 - 1920). Ο φουτουρισμός εμφανίστηκε αρχικά στην Ιταλία ως ανανεωτική κίνηση στην τέχνη. Αργότερα ιδρύθηκε από τον Μαρινέτι το Φουτουριστικό Πολιτικό Κόμμα (1918), που απορροφήθηκε από το ιταλικό φασιστικό κόμμα - ιδρύθηκε το 1921. Ο Μαρινέτι υπήρξε ένας από τους πρώτους οπαδούς του φασιστικού κόμματος· μάλιστα ήταν ένας από τους συντάκτες του φασιστικού μανιφέστου (1919). (Ο Μαγιακόφσκι δοκίμασε πολλές απογοητεύσεις στη σύντομη ζωή του).










Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

Συστήματα μηχανών




Giphy.com
«Δεν θα υπάρξουν ποτέ πάνω από χίλια αυτοκίνητα στην Ευρώπη. Δεν θα βρεθούν ποτέ τόσοι σοφέρ». Αυτή τη δήλωση έκανε ο υπεύθυνος τύπου της Daimler Benz το 1928. Το σχόλιο αυτό ανέσυρε πριν από λίγα χρόνια, σε διαφημιστική της καταχώρηση, η εταιρία Audi. Δεν έχει νόημα να σταθεί κανείς στο μέγεθος της αστοχίας ή την έλλειψη διορατικότητας μιας τέτοιας δήλωσης. Μια δήλωση απευθύνεται στην εποχή της και αδιαφορεί για τη δικαίωσή της σε κάποιο ιδεατό μέλλον (εκτός και αν καταφέρει να το διαμορφώσει, γεγονός που βέβαια δεν συνέβη με τη συγκεκριμένη δήλωση). Η φράση -με τον τρόπο της- συμπύκνωνε τη στρατηγική της εταιρίας την περίοδο που έμπαιναν οι βάσεις της αυτοκίνησης. Είδος πολυτελείας στην Ευρώπη της δεκαετίας του 1920 το αυτοκίνητο, λειτουργούσε ως μέσο κοινωνικής αναγνώρισης και σύμβολο κύρους για την ανερχόμενη μεγαλοαστική τάξη.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Ford προωθούσε τη μαζική παραγωγή αυτοκινήτων. Το «αυτοκίνητο των 1000 δολαρίων», «ένα αυτοκίνητο για κάθε οικογένεια». Από την κορυφή της επιτυχίας του, την περίοδο που γυρνάει κανείς πίσω να ξαναδεί τι έχει καταφέρει, έγραφε: «Το αυτοκίνητο εκείνη την εποχή ήταν σαν τις θαλαμηγούς ατμού. Ήταν μόνο για λίγους… Τώρα, ένα αγαθό που προορίζεται μόνο για λίγους δεν είναι στην πραγματικότητα αγαθό. Ό,τι δεν μπορεί να αποκτηθεί από τον καθένα δεν θα επιβιώνει». Αυτό ήταν. Όλοι οι εκφραστές του κεφαλαίου, αργά ή γρήγορα, σύρθηκαν και συντονίστηκαν πίσω από αυτή τη νέα εκδοχή καπιταλισμού όπως τα όργανα μιας ορχήστρας. Τα βαλτωμένα κεφάλαια που αδυνατούσαν να τεθούν σε κυκλοφορία εξαιτίας της έντονης κεφαλαιακής συσσώρευσης που είχε προηγηθεί, βρήκαν στον Ford τη φωνή τους, τον τρόπο να βρουν διέξοδο μέσα από ένα ακόμη κύμα καπιταλιστικής επέκτασης, να σπρώξουν λίγο πιο πέρα, στο μέλλον, το αδιέξοδο. Στην Ευρώπη, απέναντι στο ίδιο πρόβλημα και απέναντι σε ένα παλαιό κόσμο προνομίων, προστατευτισμού και δασμολογικών πολιτικών, οι εκφραστές του κεφαλαίου επέλεξαν να περάσουν μέσα από δύο μεγαπολέμους. Στη μέση του πρώτου, ο HGWells συνειδητοποιούσε με θλίψη τι είδους προφήτης ήταν: «Το να προβλέπεις το μέλλον σημαίνει να το διαμορφώνεις».

Η δήλωση της Daimler Benz είχε σκοπό -προφανώς- να καθησυχάσει την ανησυχία ενός τόσο ματαιόδοξου κοινού (όπως ήταν οι μεγαλοαστοί του μεσοπολέμου), για το ενδεχόμενο να φτάσει και στην Ευρώπη η μαζική παραγωγή αυτοκινήτων. Αλλά, γιατί να μας εντυπωσιάζει η έλλειψη διορατικότητας σε μια δήλωση και όχι το γεγονός ότι εύρισκε πρόθυμο κοινό να την ακούσει; Μεγαλοσχήμονες της εξουσίας που κρατούσαν την τύχη της Ευρώπης στα χέρια τους, ήταν έτοιμοι να πιστέψουν τα πιο απίθανα πράγματα, όπως ότι ο επικείμενος πόλεμος δεν θα έφτανε ποτέ μέχρι την πόρτα τους. Ήρθε όμως και μέσα από τόσους μεγαθανάτους, δεν μπορεί, θα χάθηκαν ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες επίδοξοι σοφέρ (όπως δηλαδή το είχε προβλέψει ο υπεύθυνος τύπου της Daimler Benz).

Τρία χρόνια νωρίτερα ο Μαγιακόφσκι είχε επισκεφτεί σε «κατάσταση μεγάλης έξαψης» το εργοστάσιο του Ford. Στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα στάθηκε εντυπωσιασμένος μπροστά στο «εορταστικό δεκάκις εκατομμυριοστό αυτοκίνητο». Στην Σοβιετική Ένωση, το βιβλίο του Ford, στο οποίο περιέγραφε τη μέθοδό του για την οργάνωση της παραγωγής, σημείωνε απανωτές επανεκδόσεις και το όνομά του βρισκόταν διαρκώς στα στόματα «των διοργανωτών των εργατών».

Τι να σκέφτηκε ο Μαγιακόφσκι μπροστά σε εκείνο το αυτοκίνητο; Μια μέθοδος σε λάθος χέρια, ίσως, γιατί δεν θα μπορούσε να μην έχει επηρεαστεί από τον συρμό της εποχής που θεωρούσε ότι η «επιχείρηση Ford θα μπορούσε να μεταφερθεί χωρίς καμία αλλαγή στο σοσιαλιστικό σύστημα». Είδε βέβαια και καυτηρίασε την κακομεταχείριση, τη φθορά της σωματικής και ψυχικής υγείας των εργατών, που κρυβόταν πίσω από την επιτυχία και τη ρητορική του Ford, τα απέδωσε όμως στον τρόπο αξιοποίησης της μεθόδου του στα πλαίσια του καπιταλισμού. Ο ποιητής μπορούσε ακόμη να γράφει - σε κατάσταση ποιητικής έξαρσης: «Όπως οι ιερείς προχωρούν με τ’ άγιο δισκοπότηρο για να θυμίσουνε το εξιλαστήριο δράμα, έτσι και κάθε χώρα προχωρεί με τα δώρα της προς τον άνθρωπο. Λάβε. Απ’ την ασύνορην Αμερική σου φέρνω την ισχύ, τη δύναμη των μηχανών!».

Ας αφήσουμε όμως το φάντασμα του Μαγιακόφσκι να περιπλανιέται στους διαδρόμους της Ford στην αιωνιότητα, για να αφεθούμε στον Μαρξ των Grundrisse (αυτό το αστείρευτο δοκιμαστήριο ιδεών). Εκεί θα βρούμε την παρορμητική προσέγγιση του Μαγιακόφσκι για το «σύστημα των μηχανών» ευφυώς διατυπωμένη: «Όπως ο χρυσός δεν θα έπαυε να έχει αξία χρήσης αν έπαυε να είναι χρήμα και οι μηχανές δεν θα έχαναν την αξία χρήσης τους παύοντας να είναι κεφάλαιο. Από το γεγονός ότι οι μηχανές είναι η πιο επαρκής μορφή αξίας χρήσης του πάγιου κεφαλαίου, δεν συνεπάγεται καθόλου πως η υποταγή τους στις κοινωνικές σχέσεις του καπιταλισμού αντιπροσωπεύει τον πιο επαρκή και τελικό για τη χρησιμοποίησή τους τρόπο παραγωγής».

Επομένως έχουμε καταλήξει; Μέσα από τον επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό, μηχανές/παραγωγικές δυνάμεις τις κρατάμε άθικτες, σχέσεις παραγωγής τις αλλάζουμε/αλλάζουν; Είναι αρκετό δηλαδή οι πρώτες να μην λειτουργούν ως κεφάλαιο και να αλλάξουμε τις δεύτερες; Είναι απλά ζήτημα διανομής του παραγόμενου πλούτου; Είχε υιοθετήσει ο Μαρξ -ενδεχομένως- κάποια αντίληψη ουδετερότητας για την τεχνολογία και τις μηχανές; Με την έννοια ότι η αλλαγή των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων, η ένταξή τους και μόνο σε ένα νέο αξιοποιητικό περιβάλλον τους αλλάζει αυτομάτως και αξιολογικό πρόσημο;

Σε αυτή την περίπτωση, όμως, βρισκόμαστε χωρίς απάντηση απέναντι σε πολλά και πιεστικά ερωτήματα. Ένα παράδειγμα είναι αρκετό: τι θα άλλαζε ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, αν σε μια πρώτη περίπτωση εφαρμόζοντας τεχνολογίες εντατικής καλλιέργειας το προϊόν παράγει υπεραξία για τον καπιταλιστή και σε μια διάδοχη κατάσταση μοιράζεται σε ίσα μερίδια στο λαό. Επιπλέον, η αλλοτριωτική φύση της εργασίας για την οποία σχεδιάστηκαν τεχνολογικά συστήματα και μηχανές κατά το πρότυπο π.χ. του Ford (αποτέλεσμα ακριβώς του σχεδιασμού τους), γιατί θα σταματήσει να υφίσταται σε εκείνο το ιδεατό μέλλον; Γιατί βέβαια δεν πρέπει να ελπίζει κανείς ότι θα βρει τον τρόπο να κάνει την τίγρη να πάψει να τρώει κρέας.

Ο J.S. Mill -ο αστός φιλόσοφος με τη μεγαλύτερη επιρροή τον 19ο αιώνα- και η εποχή του, εύρισκε «το χαρακτήρα φυσικών αληθειών» στους νόμους και τους όρους της παραγωγής πλούτου, και συνέχιζε έτσι: «...Αυτό όμως δεν συμβαίνει με τη διανομή του πλούτου. Πρόκειται για καθαρό πρόβλημα ανθρώπινων θεσμών». Ο Μαρξ σημειώνει τη θέση αυτή στα Grundrisse και σχολιάζει αμέσως μετά: Οι «όροι και οι νόμοι της παραγωγής πλούτου» και οι «νόμοι της διανομής» είναι «οι ίδιοι νόμοι με μια διαφορετική μορφή. Και οι δυο μεταβάλλονται και υπόκεινται στο ίδιο ιστορικό προτσές, επομένως αποτελούν γενικά απλά στοιχεία του».
Να έτρεφε άραγε ο Μαρξ την ελπίδα -κατά βάθος- ότι αλλάζοντας τις παραγωγικές σχέσεις, το «αόρατο χέρι» κάποιου νόμου θα άλλαζε μοιραία και τις παραγωγικές δυνάμεις; Θα τεχνολογούμε διαφορετικά σε εκείνο το χιλιαστικό μέλλον; Αυτό ήταν που πίστευε κατά βάθος;

Έχεις την εντύπωση προς στιγμήν, ότι ο Hegel (και ολόκληρη η φιλοσοφική παράδοση) παίρνει την εκδίκησή της (με το μελάνι της να στάζει από την άκρη της πένας του Μαρξ): Το «σύστημα των μηχανών», εν γένει, συλλήβδην. Γιατί με τη σούμα αυτή, με διατυπώσεις ανάλογες με την παραπάνω, ο Μαρξ δίνει την εντύπωση ότι κατέφυγε, αφέθηκε, παρασύρθηκε στην χεγκελιανή ευκολία, στο βολικό «ρεαλισμό της καθολικότητας», που λειτουργεί μέσω εννοιών που ορίζονται αφαιρετικά. Τον μηχανισμό τον περιέγραψε ο ίδιος ο Μαρξ, στο βιβλίο του με το οποίο προσέγγισε κριτικά τον Hegel: Η γενίκευση, η έννοια που θεμελιώνεται αφαιρετικά μέσω μιας καταχρηστικής αντιστροφής υποκειμένου – κατηγορουμένου (ή διαφορετικά το κατηγορούμενο που αναβαθμίζεται σε υποκείμενο), παίρνει τη θέση του συγκεκριμένου και δρα στο όνομά του και στο όνομα της απουσίας του. Με αυτό τον τρόπο όμως, μέσω ενός τέτοιου τύπου οντογένεσης -που, συμφωνούμε, δεν είναι δυνατόν να αποφύγουμε-, υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν πρωταγωνιστές στην ιστορία οντότητες χωρίς εμπειρική πραγματικότητα. Είναι ένας τρόπος του λέγειν, που όλοι μας ακολουθούμε σε πολλές περιπτώσεις, για παρόμοιο λόγο. Λέμε με ένα στερεοτυπικό αυτοματισμό: «η τηλεόραση είναι κακή», ή «πρέπει να διαβάζουμε βιβλία». Η πρώτη διατύπωση δεν αποκλείει βέβαια μια καλή χρήση του μέσου της τηλεόρασης, στη λογική της δεύτερης δεν συμπεριλαμβάνουμε -εννοείται- και το πόνημα του Χίτλερ. Το σχήμα και πως λειτουργεί: υπάρχει μια αφαίρεση που γίνεται μέσω της χρήσης φυσική, αντιμετωπίζεται ως εμπειρική οντότητα, κι αρχίζουμε να την εφοδιάζουμε με κατηγορούμενα και επιθετικούς προσδιορισμούς. Κατηγόρηση στην κατηγόρηση.

Να βρίσκεται λοιπόν η «μηχανή Hegel» εν δράσει, όταν ο Μαρξ γράφει για το θέμα αυτό; Η κριτική που άσκησε σε άλλους του γυρνάει πίσω; Δεν θα  απαντήσουμε βιαστικά. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο Μαρξ μιλάει για τις μηχανές εν γένει, αφού όμως έχει ορίσει προηγουμένως σε κείμενα μεγάλης αναλυτικής δύναμης, με άψογη επαγωγική λογική «τι είναι μηχανή». Ενδεικτικά, αφιερώνει σπουδαίες σελίδες στις μηχανές της Βιομηχανικής Επανάστασης, κυρίως στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου αλλά και στα Grundrisse.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι σύσσωμη η μαρξιστική ορθοδοξία σε μια πολύ κρίσιμη για την εξέλιξη των πραγμάτων εποχή, τοποθετήθηκε θετικά στο θέμα της ουδετερότητας των τεχνολογικών εφαρμογών στην παραγωγή (επιβάλλοντάς την μάλιστα και ως μαρξική θέση μέσω δημιουργικής αξιοποίησης αποσπασμάτων - γιατί βέβαια  ψάχνοντας, ψάχνοντας βρίσκεις στο τέλος αυτό που ζητάς). Κάπως έτσι, καταλήγεις να προσπαθείς να πείσεις ακόμη και τη δεκαετία του 1980, ότι ανατολικά και δυτικά τανκς δεν είναι το ίδιο (αφού λειτουργούν σε διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις). Να βλέπεις με άλλα γυαλιά τα σοβιετικά τανκς όταν επεμβαίνουν σε μια χώρα «για να εμποδίσουν τον καπιταλιστικό επεκτατισμό». Η στοιβαγμένη «επίσημη μαρξιστική παράδοση» δεν πήγε ούτε πόντο πιο πέρα από μια τέτοια προσέγγιση.

Στα χρόνια της μεγάλης ύφεσης, στην οικονομική κρίση του 1929, η αριστερά της εποχής γαντζώθηκε από αυτή την ιδέα με τις μαρξικές -υποτίθεται- καταβολές: το όλο ζήτημα εξαντλείται στο ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής. Ας δούμε τη λογοτεχνική επεξεργασία αυτής της ιδέας: «...Ο πατέρας δανείστηκε από την Τράπεζα και τώρα η Τράπεζα θέλει τη γη. Η Κτηματική Εταιρεία -η Τράπεζα δηλαδή, αν τύχει και έχει κτήματα δικά της- θέλει τρακτέρ στη γη, όχι οικογένειες. Είναι κακό ένα τρακτέρ; Βρίσκεται σε άδικο η μηχανική δύναμη που ανασκαλεύει τα μακριά αυλάκια; Αν το τρακτέρ ήταν δικό μας, θα ήταν καλό -όχι δικό μου, δικό μας. Αν το τρακτέρ ανασκάλευε τα μακριά αυλάκια της δικής μας γης, θα ήταν καλό. Όχι, της δικής μου γης, της δικής μας. Τότε θα αγαπούσαμε το τρακτέρ, όπως αγαπήσαμε και τη γη αυτή τον καιρό που ήταν δική μας. Μα το τρακτέρ αυτό κάνει δυο δουλειές -ανασκαλεύει τη γη και μας διώχνει από τη γη. Δεν έχει μεγάλη διαφορά ένα τρακτέρ από ένα τανκ πολεμικό. Και τα δυο τρομοκρατούν τον άνθρωπο, τον διώχνουν, τον κτυπούν». (2)

Το «τρακτέρ» στο παραπάνω απόσπασμα -εννοείται- δεν πρέπει να το δει κανείς ως εργαλείο του μεμονωμένου αγρότη, αλλά ως μέρος μιας τεχνολογικής αλυσίδας εντατικής καλλιέργειας. «Πολεμικές μηχανές» που αντέταξε το κεφάλαιο απέναντι στην τάξη των αγροτών, ρίχνοντάς τους στην ανεργία και στοιβάζοντάς τους σε βρώμικες, ρυπαρές πόλεις, για να καταλήξουν φτηνή σάρκα στα εργοστάσια της Βιομηχανικής Επανάστασης. Εμείς γνωρίζουμε και κάτι παραπάνω από αυτό βέβαια: η βιομηχανική γεωργία εξάντλησε τη γονιμότητα της γης, υποβάθμισε τον πλανήτη διασπείροντας τοξικά χημικά παντού, χωρίς ούτε καν να επιλύσει το επισιτιστικό πρόβλημα (σε περίπτωση που κάποιοι αφελείς θεωρούν ότι αυτός υπήρξε ο λόγος εφαρμογής της).   

Το «τρακτέρ», είναι η μετωνυμική αναφορά στην ουδετερότητα όλων των τεχνολογικών συστημάτων χωρίς καν την εξαίρεση. Αυτή υπήρξε και η κυρίαρχη άποψη για την αριστερά του μεσοπολέμου όπως είπαμε (που επανέκαμψε δυναμικά και μεταπολεμικά). Ας το αναδείξουμε περισσότερο. Μπορείς να απομονώνεις από μια τεχνολογική αλυσίδα (με την έννοια του JEllul) ένα στοιχείο της, απέναντι στο οποίο εξετάζοντάς το απομονωμένα δεν έχεις κάτι να αντιτάξεις, να του προσάψεις. Έτσι το μέρος παίρνει τη θέση του συνόλου και το κρύβει. Αυτό το σχήμα λειτουργεί και από την ανάποδη (για να κόβεις τη φόρα σε όποιον τολμήσει να ξεστομίσει βλάσφημο λόγο απέναντι στη θεότητα-μηχανή). «Γιατί δεν πας με γαϊδουράκι στο κτίριο της Αγίας Παρασκευής;» έλεγε συχνά πυκνά -αν θυμάμαι καλά- πανεπιστημιακός σε όποιο δημοσιογράφο τολμούσε να ψελλίσει κάτι σαν κριτική για την επίδραση κάποιων τεχνολογιών στη ζωή μας. Στην περίπτωση αυτή, αντικαθιστάς ένα επιμέρους στοιχείο μιας τεχνολογικής αλυσίδας με κάποιο παρωχημένο (που ανήκει δηλαδή σε ένα άλλο τεχνικό σύνολο, κάποιας άλλης εποχής). Ταχυδακτυλουργίες για να κόβεις το βήχα σε φωνές κριτικής, που βαφτίζεις με το ακαδημαϊκό σου κύρος ως "κοινή λογική". Η κριτική βιβλίου -να φέρουμε ως παράδειγμα- αποσκοπεί στο να έχουμε καλύτερα βιβλία και δεν διανοείται κανείς να σκεφτεί ότι όποιος την ασκεί είναι βιβλιοφοβικός. Η κριτική απέναντι σε τεχνολογίες, -όποτε αφήνεται να ακουστεί- αντιμετωπίζεται πάντοτε ως μια μορφή αφελούς νοσταλγίας ή γραφικότητας. 

Πίσω στον Μαρξ. Υπάρχει ένα ακόμη ενδεχόμενο προς συζήτηση -θα υπηρετήσουμε ακόμη και το ρόλο του συνηγόρου του διαβόλου-. Μια άλλη άποψη θα μπορούσε να πει: Ίσως να το είχε καταλάβει (ο Μαρξ), καμιά κοινωνική επανάσταση δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει χωρίς να προωθήσει τον δικό της μυστικισμό, στην προκειμένη περίπτωση εκείνο των μηχανών.

Είναι αλήθεια ότι ο Μαρξ, ιδίως μετά την Κομμούνα του Παρισιού, δεν έτρεφε και τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη στον «ανθρώπινο παράγοντα» ως παραγωγό, φορέα, διεκπεραιωτή, διαχειριστή επαναστατικών ιδεών. Έχει το ρόλο του, οπωσδήποτε, αλλά δεν είναι αυτός ο αποφασιστικός, ο κρίσιμος παράγοντας. Ο οπτιμισμός του δεν πήγαζε από την πίστη του στον ρόλο του απρόβλεπτου και αυθόρμητου παράγοντα μέσα στην ιστορία - που έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις να αιφνιδιάσει και να καθορίσει τα γεγονότα. Αντιθέτως, ο οπτιμισμός του (επηρεασμένος φυσικά και από την παράδοση του Hegel) προερχόταν από την πίστη του σε μια λογική βαθμίδων/σταδίων της ιστορικής εξέλιξης, σε νομοτέλειες εντελώς καθορισμένες από το οικονομικό επίπεδο, σε σιδερένιους (κοινωνικούς, ιστορικούς) νόμους που κανένας και τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει το «μηχανισμό» τους, την εκδίπλωση της λειτουργίας τους μέσα στην ιστορία. Αντλούσε τον οπτιμισμό του, θα τολμούσε να ισχυριστεί κάποιος που σκέφτεται όπως ο Φρόιντ, από όλα εκείνα που αποτελούν ασυνείδητα στη σκέψη του κατά κάποιο τρόπο ισοδύναμα μηχανών, σερβομηχανισμών. Νομοτέλειες που δρουν και κινούν την ιστορία και καθορίζουν την πορεία της κοινωνικής εξέλιξης.

Παρακολουθώντας o Μαρξ στωικά και από κάποια κριτική απόσταση τα γεγονότα της Κομμούνας του Παρισιού, βρήκε να δικαιώνεται μέσα από αυτά ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται την ιστορία. Η ανθρώπινη (συλλογική) παρέμβαση, είτε δρα την κατάλληλη στιγμή είτε όχι, έχει πάντα ένα ρόλο καταλύτη στις εξελίξεις. Το μόνο που μπορεί να καταφέρει το συλλογικό υποκείμενο -όποτε και αν καταφέρει να συσταθεί- είναι να επιταχύνει ή να καθυστερήσει αυτό που νομοτελειακά δεν είναι δυνατόν παρά να έρχεται. Έτσι κι αλλιώς, αργά ή γρήγορα, μόλις διαλυθεί η ομίχλη του αιφνιδιασμού που προκαλεί με τη δράση του το συλλογικό υποκείμενο, αρχίζει το παιχνίδι των ερμηνειών, των στρεβλώσεων, το κυνήγι των παρεκκλίσεων, η μηχανική της ιδεολογικής χειραγώγησης. Η επανάσταση στην ιστορία λοιπόν -για τον θετικιστικό ορίζοντα του 19ου αιώνα, για την εποχή του επιστημονισμού και επομένως και για τον Μαρξ- δεν υπήρξε ποτέ το ανθρώπινο ποτάμι που καθώς κυλάει διανοίγει το δρόμο του ανάλογα με την αντίσταση που συναντά.

Η ανάλυση του Μαρξ προϋποθέτει την κοσμογονία μιας βιομηχανικής επανάστασης. Κοινός τόπος. Η Βιομηχανική Επανάσταση είναι εκείνη που του έδωσε το συλλογικό υποκείμενο που χρειαζόταν, το δημιούργημά της, το προλεταριάτο. Κάποια στιγμή θα πέρασε από το μυαλό του: αν κάποιος σαν και μένα έγραφε 100 χρόνια πριν την Βιομηχανική Επανάσταση, πού θα εύρισκε τότε τον εξεγερμένο άνθρωπο, που θα ήταν ικανός να γίνει ο φορέας της επανάστασης; Τι θα έβαζε στη θέση της μεγάλης αφαίρεσης «άνθρωπος» στις συνθήκες εκείνες; Συνεπής προς την αντίληψή του για την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας (την οποία ανέλυε μέσα από μια νομοτελειακή λογική οικονομικών σταδίων), την απάντηση που έψαχνε δεν τη βρήκε στο προφανές: στον εξαθλιωμένο, καταπιεσμένο χωρικό της δουλοπαροικίας, αλλά στον διαφωτισμένο αστό και στην ανάγκη του να «απελευθερώσει» τις παραγωγικές δυνάμεις από τους θεσμικούς, δικαιικούς, ιδεολογικούς μηχανισμούς της φεουδαρχίας - από όλα εκείνα δηλαδή που εμπόδιζαν τις δραστηριότητές του.

Πολύ γνωστή ιστορία. Στον μακιαβελικό, χαμαιλεόντειο αγώνα της για επικράτηση, η αστική τάξη, αφού συμμάχησε πρώτα με το προλεταριάτο (που υπήρξε δημιούργημά της και σταθερός απαραίτητος όρος για την ύπαρξή της), συμμάχησε στη συνέχεια με τον ταξικό της εχθρό (εκμεταλλευόμενη την αδυναμία του - που η ίδια είχε προκαλέσει) εναντίον της τάξης των προλετάριων (των οποίων τις συνθήκες ύπαρξης καθόριζε πλέον απολύτως μέσω της Βιομηχανικής Επανάστασης). «Πρέπει να αλλάξουν όλα για να παραμείνουν ίδια», λέει ο τυπικός εκπρόσωπος της επαναστατημένης αστικής τάξης σε εκείνη την περίφημη ταινία του Βισκόντι ("ο γατόπαρδος"). Να αλλάξουν όλα, να καταργηθεί η προηγούμενη τάξη πραγμάτων - ως ο μόνος τρόπος που μπορεί να αφήσει άθικτο τον ταξικό κοινωνικό διαχωρισμό.  

Πηγαίνουμε συνεχώς γύρω γύρω από τη φωτιά -αποφεύγοντας να δώσουμε μια οριστική απάντηση- όπως κάποια έντομα που στο τέλος όμως καίνε τα φτερά τους. Ποτέ μη βιαστείς να πεις την τελευταία λέξη σε ζητήματα που αφορούν το έργο του Μαρξ. Εκεί που πας να καταλήξεις σε ένα συμπέρασμα - και νομίζεις ότι σου δίνεται το δικαίωμα από κάποια αποσπάσματα, έρχεται το έργο με μια δύναμη ανατροπής και σε ανατρέπει.

Αυτό το έργο ανήκει σε εκείνα τα πολύ σημαντικά έργα που από τη στιγμή που υπήρξαν δεν μπορείς να τα αγνοήσεις - προσανατολίζεσαι, τοποθετείσαι πάντοτε ως προς αυτά. Και να θέλεις δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά (το ίδιο ισχύει και με έργα όπως του Δαρβίνου και του Φρόιντ).
Η ανάγνωση τέτοιας εμβέλειας έργων δεν μπορεί παρά να είναι μια διαρκής ανοιχτή διαδικασία, τρόπος ζωής. Είναι κάτι σαν το βιβλίο της άμμου στην αλληγορία του Μπόρχες. Κάθε ανάγνωση είναι πάντοτε προετοιμασία για την επόμενη. Καθώς αλλάζουν οι εποχές, το έργο εμπλουτίζεται και διαφωτίζεται μέσα από νέες εμπειρίες - πάντοτε κάτι έχει να μας πει γι’ αυτές, προκαλώντας ολοένα νέες πτυχώσεις στοχασμού και αναστοχασμού.

Η ανάπτυξη του κεφαλαίου, πιστεύει ο Μαρξ, έρχεται σε αντίθεση με την περιορισμένη παραγωγική μορφή του, την οποία το ίδιο επιβάλλει. Περιορισμένη σημαίνει εδώ ότι αναπτύσσει και προωθεί την τεχνολογία και την επιστήμη, τις μορφές εργασίας, τα συστήματα μηχανών (ως επιμέρους στοιχεία των παραγωγικών δυνάμεων) στην κατεύθυνση που το εξυπηρετεί. «Ο περιορισμός του κεφαλαίου είναι πως ολόκληρη η ανάπτυξή του πραγματοποιείται με ανταγωνιστικό τρόπο και πως η τελειοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων, του γενικού πλούτου, της επιστήμης κ.λ.π., εμφανίζεται με τέτοια μορφή που το εργαζόμενο άτομο αλλοτριώνεται, σε σχέση με τους όρους που παράγει όχι σαν όρους του δικού του πλούτου αλλά σαν όρους του ξένου πλούτου και της δικής του φτώχειας» (Μαρξ).
«Αποκαλύπτουμε την γενική τάση του κεφαλαίου, τάση που ξεχωρίζει από όλους τους προηγούμενους τρόπους παραγωγής. Αν και είναι περιορισμένο από την ίδια τη φύση του, το κεφάλαιο τείνει σε μια γενική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και γίνεται η προϋπόθεση ενός νέου τρόπου παραγωγής που δεν θα στηρίζεται σε μια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που θα αποβλέπει απλά να διευρύνει την υπάρχουσα βάση, αλλά που η ελεύθερηδίχως εμπόδιαπροοδευτική και γενική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων θα είναι αυτή η ίδια όρος για την κοινωνία και επομένως για την αναπαραγωγή της, όπου η μόνη προϋπόθεση θα είναι το ξεπέρασμα του σημείου εκκίνησης» (Μαρξ).

Καταλήγοντας, το κεφάλαιο επιτρέπει και αναπτύσσει εκείνα τα τεχνολογικά συστήματα στο βαθμό που αναπαράγουν την αλλοτριωτική σχέση του εργαζόμενου με το αντικείμενο της εργασίας του, καταργούν την επιδεξιότητα κάθε μορφής ως στοιχείο της εργασίας, απομειώνουν τον όγκο απαιτούμενης εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (δημιουργώντας τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να υπάρχουν καπιταλιστικές εκμεταλλευτικές σχέσεις εργασίας). «Μπορούμε να δούμε άμεσα πως ένας τρόπος εργασίας μεταφέρθηκε από τον εργάτη στο κεφάλαιο με τη μορφή της μηχανής και πως η εργατική του δύναμη υποτιμήθηκε σαν αποτέλεσμα αυτής της μεταφοράς. Επομένως έχουμε ένα αγώνα του εργάτη ενάντια στις μηχανές. Αυτό που ήταν δραστηριότητα του ζωντανού εργάτη έγινε δραστηριότητα της μηχανής» (Μαρξ). «Η μετατροπή του προτσές της παραγωγής από ένα απλό προτσές εργασίας σε ένα επιστημονικό προτσές που υποτάσσει τις δυνάμεις της φύσης και τις κάνει να ενεργούν στην υπηρεσία των ανθρώπινων αναγκών, εμφανίζεται σαν μια ιδιότητα σύμφυτη με το πάγιο κεφάλαιο σε αντίθεση με τη ζωντανή εργασία». (Μαρξ)

Και δε φτάνει μόνο αυτό, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, εγκαθιστά επίσης συνθήκες υπερεκμετάλλευσης του μη ανανεώσιμου φυσικού στοιχείου (ό,τι μπορεί να μετατραπεί από αγαθό σε πλούτο απαλλοτριώνεται μέσω της τεχνολογίας, ό,τι δεν μπορεί να μπει σε αυτή τη σχέση υποβαθμίζεται, απαξιώνεται). Εμείς, επιπλέον, στο δικό μας χώρο/χρόνο βιώνουμε και την ανάπτυξη τεχνολογικών συστημάτων που αποσκοπούν στο να κάνουν τον «εργαζόμενο» (που του έχουν φορέσει εισαγωγικά) παραγωγικό ακόμη και κατά τη διάρκεια του εκτός εργασίας χρόνου του. Η μισθωτή εργασία ελέγχει τον εργαζόμενο μέσω του μισθού και των συστημάτων μηχανών - ενώ ως καταναλωτής (βίος παράλληλος), στον εκτός εργασίας χρόνο του, μπαίνει με όλο του το είναι σε μια (γλυκιά) δουλοπαροικία. Η κατανάλωση γίνεται εργασία χωρίς μισθό. Ο προλετάριος της μαρξικής ανάλυσης, έχοντας μεταλλαχθεί σ’ αυτό το διχασμένο υποκείμενο, βρίσκεται ακινητοποιημένος σε διασταυρώσεις δικτύων υπηρεσιών, που ολοένα αυξάνουν την πυκνότητά τους. Δίκτυα, με μια ικανότητα ενοποίησης που οργανώνει την κατανάλωση σε σύστημα, που δεν αφήνει σύνορο πια με ένα «απέξω», (ώστε να μπορείς να ξεφύγεις με εθελούσια περιθωριοποίηση). Κατανάλωση ή θάνατος.

 «...Μετά τη διάλυση της δουλοπαροικίας, οι μηχανές δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν παρά σε αντίθεση με τη ζωντανή εργασία, σαν μια εχθρική δύναμη και ιδιοκτησία άλλου δηλαδή έπρεπε σαν κεφάλαιο να αντιταχθούν στον εργάτη. Είναι το ίδιο εύκολο να καταλάβουμε πως οι μηχανές θα συνεχίσουν να ενεργούν σαν συντελεστές της κοινωνικής παραγωγής όταν γίνουν ιδιοκτησία των συνεταιρισμένων εργατών. Αλλά στην πρώτη περίπτωση, οι σχέσεις τους διανομής (δηλαδή το γεγονός ότι δεν ανήκουν στους εργάτες) αποτελούν αυτές καθαυτές έναν όρο των σχέσεων παραγωγής που θεμελιώνονται στη μισθωτή εργασία. Στη δεύτερη περίπτωση, άλλες σχέσεις διανομής θα απορρεύσουν από μια άλλη, νέα παραγωγική βάση που θα εμφανιστεί στο ιστορικό προτσές».

Συνοψίζουμε: Νέα παραγωγική βάση. Τι μας λέει ο Μαρξ γι’ αυτήν; Δυστυχώς πολύ λίγα πράγματα: ελεύθερη/δίχως εμπόδια/προοδευτική/γενική ανάπτυξη (των παραγωγικών δυνάμεων). Σημαντικό το ότι λέγονται (και μάλιστα από τον Μαρξ), αλλά πιο είναι το περιεχόμενό τους; Θα το αποκτήσουν μέσα από την ιστορική διαδικασία; Δεν έχει το δικαίωμα να το κάνει ο ίδιος; Αυτή είναι η στάση του; Μερικές έννοιες που ρίχνονται στο χαρτί εν κενώ, για να ξεμπερδεύει -μεταφέροντας την εργασία ορισμών τους σε επόμενες γενιές-; Βιαστικά πάντως, για να επιστρέψει, να βυθιστεί γρήγορα -γρήγορα στο μεγάλο του πάθος: την ανάλυση των μηχανισμών της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής.

Σχηματίστηκε εικόνα στο παζλ; Δημιουργική λογιστική αποσπασμάτων και τίποτε καλύτερο; Ίσως.


Γιάννης Ψαραύτης



Giphy.com
Giphy.com


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ποιήματα, Μαγιακόφσκι, απόδοση Γ. Ρίτσος.
Η δική μου Αμερική, Β. Μαγιακόφσκι, εκδ. Ποντίκι.
Grundrisse, K. Marx, (σ. 438-440, σ. 583-592, σ. 715-17).
Το Κεφάλαιο, K. Marx, 1ος τόμος, κεφ. 13.
Τα σταφύλια της οργής, John Steinbeck, 1939