Διάβασα
για πρώτη φορά το βιβλίο του Verne “ο γύρος
του κόσμου σε 80 ημέρες” σε παιδική
ηλικία. Θυμάμαι ακόμη τον πυρετό της
ανάγνωσης που με είχε συνεπάρει, αλλά
και μια μικρή απογοήτευση που κατέληξε
στην απορία: για ποιο λόγο άραγε ο
συγγραφέας, στο μυθιστόρημά του αυτό,
δεν αξιοποίησε ως μέσο μεταφοράς το
αερόστατο; – όπως διακαώς και με την
παιδική μου φαντασία ανέμενα. Γνωρίζοντας
από άλλα έργα του Verne και το πάθος που
έτρεφε για το αερόστατο, που του είχε
δώσει τη δυνατότητα να πλέξει συναρπαστικές
πλοκές και να ταξιδέψει τον αναγνώστη
του σε αχαρτογράφητα νερά της φαντασίας,
η απουσία του αερόστατου σ’ αυτό το
έργο μου φαινόταν ακατανόητο γεγονός·
ο ήρωας επιβιβάζεται αποκλειστικά σε
ατμόπλοια, τρένα, ποταμόπλοια. Η έλλειψη
του αερόστατου έβγαζε μάτι.
Χρειάστηκε
δεύτερη ανάγνωση -σε ενήλικη ηλικία
αυτή τη φορά- για να να καταφέρω να δώσω
μιαν απάντηση. Το σημαντικό σ’ αυτό το
μυθιστόρημα -και τώρα ήμουν σε θέση να
το καταλάβω- δεν είναι η ταχύτητα
μεταφοράς (που καθορίζεται από την
τρέχουσα τεχνολογία μιας εποχής) αλλά,
από ένα κατώφλι αύξησης της ταχύτητας
μεταφοράς και πάνω, η δυνατότητα
προγραμματισμένης, ελεγχόμενης κίνησης
των μέσων, που επιτρέπει την ύφανση ενός
δικτύου σταθερών τροχιών. Για να το
πούμε με ένα διαφορετικό τρόπο - που
λέει το ίδιο: ενδιαφέρουν στο έργο αυτό,
αποκλειστικά και μόνο, τα μέσα εκείνα
που προσφέρονται για μια καπιταλιστικού
τύπου εκμετάλλευση. Αυτός είναι ο λόγος
πιστεύω που ο Verne απέφυγε να χρησιμοποιήσει
το αερόστατο στο βιβλίο. Το ταξίδι με
αερόστατο δεν ενδιαφέρει στο έργο αυτό,
επειδή ακριβώς ως μέσο μεταφοράς
αντιστέκεται στην προγραμματισμένη
κίνηση - καθώς υπόκειται στο απρόβλεπτο
των ανέμων (ανορθολογικό στοιχείο σε
ένα κόσμο που περιθωριοποιεί εκείνες
τις χρήσεις που δεν εξαρτώνται αποκλειστικά
και μόνο από ορθολογικά στοιχεία).
Ο
συνήγορος του διαβόλου, δεν είναι δυνατόν
να μην παρατηρήσει στο σημείο αυτό, ότι
στη διάρκεια του ταξιδιού του ο ήρωας
χρησιμοποιεί ως μέσα μεταφοράς αυτοσχέδιες
λύσεις της στιγμής: ένα ελέφαντα, ένα
ιστιοφόρο έλκηθρο, ένα σαπιοκάραβο στην
τελευταία φάση του ταξιδιού, που ξεμένει
όμως από κάρβουνο και τότε γίνεται το
ίδιο το καύσιμό του (αρχίζουν να το
ξηλώνουν και να καίνε την ξυλοδομή του).
Πρόκειται βέβαια για μεταφορικά μέσα
έκτακτης ανάγκης – που όμως χαρακτηρίζονται
κι αυτά από ανορθολογικά στοιχεία όπως
και στην περίπτωση του αερόστατου. Στην
οικονομία του μυθιστορήματος όμως αυτές
οι εκτός προγράμματος λύσεις της στιγμής
επιλέγονται σε περιπτώσεις που
παρουσιάζεται κάποιο απρόβλεπτο εμπόδιο
ή δυνάμεις εκτός προγραμματισμού:
αναχρονιστικοί θεσμοί, φυσικά φαινόμενα,
παραδοσιακά στοιχεία, τοπικές κουλτούρες.
Κοντολογίς, οτιδήποτε μπορεί να σταθεί
εμπόδιο στην καπιταλιστική επέκταση
σε ολόκληρη τη γήινη σφαίρα - που είναι
και το κεντρικό θέμα του μυθιστορήματος.
Επιπλέον, δίνουν πρώτης τάξεως ευκαιρίες
για επίδειξη “εφευρετικού πνεύματος”
από τον δυτικό τύπο ανθρώπου (που
αντιπροσωπεύει ο κεντρικός ήρωας του
μυθιστορήματος), όταν πρέπει να αντιδράσει
υπό πίεση σε ένα πολιτισμικά αφιλόξενο
περιβάλλον.
Βέβαια
όσοι έχουν δει την κινηματογραφική
μεταφορά του βιβλίου από τον παραγωγό
Mike Todd (1956), θα θυμούνται ότι στην ταινία
γίνεται -αυθαίρετα- χρήση αερόστατου
(κάτι που αν ζούσε τότε ο Verne -είμαι
σίγουρος- δεν θα το είχε επιτρέψει). Στην
αρχή του ταξιδιού οι δύο πρωταγωνιστές
διασχίζουν την Μάγχη με αερόστατο με
σκοπό να φτάσουν έγκαιρα στο Παρίσι.
Κάποια στιγμή, καθώς περνάνε πάνω από
τις Άλπεις, ο Fogg (ο κεντρικός ήρωας),
όρθιος μέσα στο καλάθι του αερόστατου,
με μια παγοθήκη στο χέρι, μαζεύει λίγο
χιόνι από μια κορφή για να παγώσει μ'
αυτό τον τρόπο τη σαμπάνια του. Η σκηνή
είναι ευρηματική, σε σημείο που το
αερόστατο κερδίζει περίοπτη θέση στην
αφίσα της ταινίας, κάτι που βέβαια
συνιστά παρανόηση του έργου, και είναι
πέρα από τις προθέσεις του συγγραφέα
σ’ αυτό το έργο.
Το
αερόστατο για τον Verne είναι κατάλληλο
για πιονέρους, για πρωτοπόρους που
πολιορκούν αχαρτογράφητες περιοχές
του γήινου ανάγλυφου. Μετά το στάδιο
των εξερευνήσεων όμως, όταν τίποτε πλέον
-πέρα από εκεί που έφτανε το πανεποπτικό,
δυτικό βλέμμα- δεν απέμενε ακόμη να
κατακτηθεί, μέσα όπως το αερόστατο ήταν
κατάλληλα πλέον για την οργάνωση, εν
είδει ατραξιόν, θεαμάτων και ψυχαγωγικών
δραστηριοτήτων και τίποτε περισσότερο.
Το
αερόστατο προκάλεσε, με φαντασμαγορικό
είναι αλήθεια τρόπο, την απαρχή της
ανύψωσης του επιστημονικοτεχνικού
φαντασιακού στα ανώτερα στρώματα της
ατμόσφαιρας, που δοκίμαζε ήδη την
κτητικότητά του στο έδαφος και το
υπέδαφος του πλανήτη. Όμως η επινόηση
της ατμομηχανής αρχικά, και του κινητήρα
εσωτερικής καύσης στην συνέχεια, ήταν
εκείνα τα στοιχεία που θα ανύψωναν το
καπιταλιστικό σύστημα έως την πλήρη
κατάκτηση και εκμετάλλευσή τους.
Συνοψίζοντας, γενικεύοντας, με τη σιγουριά
θεωρήματος μπορούμε να επεκτείνουμε
την ισχύ της παραπάνω εμπειρικής
διαπίστωσης σε κάθε προτεινόμενη
τεχνολογία που θα βρεθεί μέσα στον κύκλο
ενδιαφερόντων του καπιταλισμού: Επιλέγονται μόνο εκείνες οι τεχνολογίες (ή οι χρήσεις
τους) που του ταιριάζουν - που προσφέρονται
για ή που έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να
αξιοποιούνται αποκλειστικά σε
καπιταλιστικού τύπου διαδικασίες και
πρακτικές. Πιο συγκεκριμένα, τεχνολογίες
που η εφαρμογή τους δημιουργεί συνθήκες
μονοπώλησης και γιγαντισμού (σε υποδομές
και κεφάλαια), πολυπλοκότητα στην
οργάνωση, έχουν ως προϋπόθεση βιομηχανικές
μεθόδους παραγωγής, δημιουργούν συνθήκες
σπανιότητας, εξάντλησης πόρων, κ.α.
Ας
δοκιμάσουμε την αντοχή του παραπάνω
συμπεράσματος σε ένα παράδειγμα που με
μια πρώτη εξέταση μπορεί να παραπλανήσει,
να δημιουργήσει την εντύπωση ότι αποτελεί
μια εξαίρεση στον κανόνα. Τις δεκαετίες
του '70 και του '80, όσο η τεχνολογία των
αιολικών συστημάτων δεν εξασφάλιζε τις
παραπάνω προϋποθέσεις, και οι συνθήκες
δεν ήταν κατάλληλες, αντιμετωπίστηκε
όπως ακριβώς και εκείνη του αερόστατου.
Οι υποστηρικτές της αξιοποίησης της
αιολικής ενέργειας -τότε δεν ήταν
επενδυτές- χαρακτηρίζονταν ουτοπιστές
και αιθεροβάμονες. Για να είμαστε
αντικειμενικοί και δίκαιοι, οφείλουμε
να παρατηρήσουμε βέβαια ότι όλοι όσοι
εκείνη την εποχή μιλούσαν για αιολικά
συστήματα, εννοούσαν ήπιες μορφές
αξιοποίησης, μικρής κλίμακας εφαρμογές και οπωσδήποτε πέρα από τη
λογική του καπιταλισμού· αντιμετώπιζαν
τη διασπορά τους στο χώρο με κριτήρια
οικολογίας και όχι οικονομίας κλίμακας.
Σήμερα απόψεις και ρόλοι έχουν αντιστραφεί:
τα αιολικά συστήματα αντιμετωπίζονται
ως τεχνολογία αιχμής, και βρίσκονται
στο επίκεντρο ενός επενδυτικού πυρετού,
που έχει πάρει διαστάσεις φρενίτιδας.
Η καταλληλότητα των συνθηκών τώρα (μέσω
δημιουργικής αξιοποίησης του φόβου της
κλιματικής αλλαγής), εξηγεί εν
μέρει μόνο την νέα τροπή που έχουν πάρει τα
πράγματα. Εξηγεί μόνο την ικανότητα
επιβολής αυτών των επιλογών που έχει αποκτηθεί, την χωρίς όρους και προϋποθέσεις αποδοχή τους. Υπάρχει και ένα καινούριο
δεδομένο· έχει βρεθεί ο τρόπος αξιοποίησης και εκμετάλλευσης των
αιολικών συστημάτων στη λογική και το πνεύμα του
καπιταλισμού - που κατά κανόνα αποβαίνει σε βάρος του περιβάλλοντος. Διακρατικές
συνθήκες και συμφωνίες έχουν δημιουργήσει, εκβιαστικά, υψηλά περιθώρια κέρδους εκεί που δεν υπήρχαν, και ένα πελατολόγιο προς
οικονομική αφαίμαξη μέσω της κατ' όνομα "πράσινης ενέργειας", που δεν εξαιρεί κανένα. Όσο για το εγγενές ανορθολογικό χαρακτηριστικό αυτής της τεχνολογίας, την έλλειψη δηλαδή σταθερότητας
στη λειτουργία των αιολικών συστημάτων, λόγω της κυμαινόμενης
συμπεριφοράς του ανέμου, που την καθιστούσε ασύμβατη με την λογική του οικονομικού συστήματος, ξαφνικά έπαψε να ισχύει. Από ενδογενές τεχνικό χαρακτηριστικό που καθιστούσε απαγορευτική την χρήση της, αποδείχθηκε ότι ήταν απλά ζήτημα βούλησης. Τώρα κρύβεται, σκεπάζεται, μετατοπίζεται αυτή η πτυχή του ζητήματος, εξαφανίζεται μέσα στον εγγενή ανορθολογισμό του ίδιου του καπιταλιστικού παραγωγικού και οικονομικού συστήματος.
Η
υβριδική σύμπλεξη των αιολικών συστημάτων
με συμβατικές πηγές ενέργειας -παρόλο
που έχουν στοχοποιηθεί ως υπεύθυνες
για την κλιματική αλλαγή- είναι απαραίτητη
για να εξασφαλίζεται η επίσης αναγκαία
σταθερότητα του δικτύου διανομής. Αυτή
η αλήθεια, όμως, παραμένει εκτός
κατονομασίας - είναι μια πραγματικότητα
που πρέπει να κρύβεται. Αντίθετα, όταν
το αιολικό πάρκο συνδυάζεται με ένα
υδροηλεκτρικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού
ρεύματος, τότε γινόμαστε λαλίστατοι
και επινοητικοί: μιλάμε για "υβριδικά
αιολικά πάρκα". Σε κάθε περίπτωση,
λοιπόν, έχουμε επαναφορά -και μάλιστα
με χειρότερους όρους και προοπτικές-
στις συνθήκες ηλεκτροφασισμού της
προηγούμενης περιόδου - σε εκείνες
δηλαδή τις συνθήκες που οδήγησαν στο
σημερινό αδιέξοδο. Ανορθολογισμός στην
καρδιά ενός συστήματος που ξέρει τόσο
καλά να κρύβει και να ωραιοποιεί την
δράση του. Στην περίπτωση που συζητάμε,
μετατρέποντας -ταχυδακτυλουργικά και επί της ουσίας- ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αν θεωρηθούν μεμονωμένα) σε μη ανανεώσιμες (αν θεωρηθούν στο σύστημα που περιλαμβάνονται). Αρκεί μόνο μια απλή εξέταση του συνολικού συστήματος παραγωγής στο οποίο είναι ενσωματωμένες, για να έρθει στο φως αυτή η αλήθεια.
Πώς
συντηρείται, όμως, ιδεολογικά μια τόσο
κολοσσιαίων διαστάσεων φαντασμαγορία παραγωγής ψευδαισθήσεων,
που προσποιείται ότι παράγει αυτοτελώς
ηλεκτρικό ρεύμα, όπως συμβαίνει με τη
λειτουργία των αιολικών πάρκων; Πρώτα
– πρώτα λεκτικά (οι λέξεις έχουν πάντοτε
δύο λειτουργίες φανερώνουν και κρύβουν).
Έτσι οι τεχνοκράτες, μας βάζουν να λέμε
π.χ. αιολικό πάρκο και όχι αιολικό
εργοστάσιο, ή σταθμός, ή μονάδα, κλπ.
Επιστρατεύονται άφθαρτες λέξεις, χωρίς
ένοχο ή σκοτεινό παρελθόν, σε νέες
χρήσεις -με σκοπό να λειτουργήσουν
μεταφορικά, να συνεισφέρουν με τη
θετικότητά τους στα νέα πεδία κατονομασίας
που ανοίγονται-. Μιλάμε για “Πράσινη
Ανάπτυξη”, που είναι ο τρόπος για να μπορούμε να συνεχίσουμε στα χνάρια του ίδιου αυτοκαταστροφικού συστήματος. Ενός συστήματος που η αυτοσυντήρησή του και η αναπαραγωγή του απαιτεί να ακολουθούμε τροχιές διαρκώς επιταχυνόμενης
ανάπτυξης - απενοχοποιημένης τώρα χάρη
στον επιθετικό προσδιορισμό “πράσινη”
(και με ολίγη δεντροφύτευση, ενεργειακά
κουφώματα, και μονώσεις, φωτοβολταϊκά,
χορηγίες σε περιβαλλοντιστές, κλπ.).
Σκοντάφτουμε
πάντοτε σε εκφορές λόγου, που αισθητικοποιούν
την αφέλεια· που γεννούν ταυτόχρονα μια
ψευδαίσθηση και μια πραγματικότητα:
την ψευδαίσθηση ότι αντιμετωπίζουμε
πρακτικά το ενεργειακό πρόβλημα, και
την πραγματικότητα μιας αδρανούς ήσυχης
συνείδησης, που θεωρεί ότι κάνει αυτό
ακριβώς που πρέπει. Το αδιέξοδο που οδηγήθηκε μια μερίδα προβεβλημένων περιβαλλοντιστών είναι τώρα ολοφάνερο, και παράγει αρκετή σύγχυση. Το σύστημα εμφανίζεται να έχει αφομοιώνει μέχρι κεραίας την επιχειρηματολογία τους, για να την "αξιοποιήσει"/ διαστρέψει με τον τρόπο που ξέρει να το κάνει -μέσα από τη λογική και το πνεύμα του καπιταλισμού-. Αυτό το μέτωπο οικολογικής σκέψης έχει οδηγηθεί σε κατάσταση αφασίας. Οικολογούντες "απολιτίκ", που έχοντας ξεχάσει εδώ και πολλά χρόνια να αποστασιοποιηθούν από ένα τέτοιο ενδεχόμενο καπιταλιστικής "αξιοποίησης" των ιδεών τους, τους επιστρέφεται τώρα η εικόνα του "χρήσιμου ηλίθιου" της ιστορίας. Αλλά και από το ύψος του αδιεξόδου τους, με την αφοπλιστική επιλεκτική αφωνία τους πάλι "εξυπηρετούν" - με άλλο τρόπο. Όσον αφορά το κινηματικό/ακτιβιστικό οικολογικό μέτωπο, για την αντιμετώπισή του έχει επιλεγεί ο εξοστρακισμός του από την (μεσοενημερωτική) γλώσσα. Πρόκειται για όλες εκείνες τις δυνάμεις που συνεχίζουν ακούραστα να επιμένουν πως ένα βιώσιμο μέλλον περνά μόνο
μέσα από διαδικασίες αποανάπτυξης. Η
αποανάπτυξη είναι ο όρος που θα
επανέρχεται συνεχώς στη συζήτηση, θέλουμε δεν
θέλουμε, όσο και αν βάλλεται πανταχόθεν. Αλλά χρειάζεται προσοχή. Η αναφορά σ' αυτήν την έννοια δεν
πρέπει να γίνεται χωρίς προϋποθέσεις· αν δεν τεθεί το σωστό πλαίσιο, η όποια θεώρηση επικεντρωθεί στην έννοια της αποανάπτυξης αυτοακυρώνεται· καίγεται στο ζέσταμα. Τώρα, αν το οικονομικό σύστημα για εγγενείς, δομικούς, δικούς
του λόγους αδυνατεί να υποστηρίξει την αποανάπτυξη,
τόσο το χειρότερο για το ίδιο.
Αλλά
πως συντηρείται υλικά η πανδημία μιας
απάτης που έχει λάβει πλέον πλανητικές
διαστάσεις (και πώς διατηρείται η
κερδοφορία που αποφέρει σε επίδοξους
γητευτές, εκμαυλιστές της κοινής γνώμης); Κανένα λεξιλόγιο δεν
μπορεί να κρύβει για πολύ μια πραγματικότητα
που ζέχνει. Η ίδια η επέκταση των ΑΠΕ τεχνολογιών, και ο καπιταλιστικός
τρόπος αξιοποίησής τους, απαιτούν ολοένα και μεγαλύτερη κατανάλωση “βρώμικης” ενέργειας για
να συνεχίζουν να “παράγουν”. Τον ρόλο
της βρώμικης ενέργειας, που απαιτείται
για να λειτουργεί ισορροπημένα ένα
σύστημα ηλεκτροδότησης που θέλουμε να
εξαρτάται σε ολοένα και μεγαλύτερο
βαθμό από ΑΠΕ, τον αναθέτουν, τεχνηέντως,
στο φυσικό αέριο – που θεωρείται ότι ρυπαίνει λιγότερο, αλλά δεν παύει να αποτελεί μη
ανανεώσιμη πηγή. Αυτή η κίνηση εκτός
του ότι σκαλίζει καινούρια πιόνια στη
γεωπολιτική σκακιέρα, έχει ως αποτέλεσμα
την μετακίνηση των κόμβων ανισορροπίας,
και πάλι, στα χέρια εξουσιών που
ανοιγοκλείνουν στρόφιγγες. Η αντικατάσταση
των βρώμικων πηγών ενέργειας με μια
λιγότερο βρώμικη, είναι βέβαια καλή
κίνηση για να στριμώξεις τον αντίπαλο και να κάμψεις τις αντιστάσεις εκείνων που
αμφισβητούν τον ρόλο των ΑΠΕ - έτσι όπως
προωθούνται. Όλα αυτά είναι τα υλικά μιας ακόμη φαντασμαγορίας, μιας παραγωγής ψευδαισθήσεων - σε επίπεδο χώρας αυτή τη φορά: κλείνεις μονάδες που
παράγουν ηλεκτρικό ρεύμα με λιγνίτη,
πετρέλαιο, κλπ. με σκοπό να το παρουσιάσεις
ως επιτυχία που οφείλεται στην λειτουργία
των ΑΠΕ. Στην πραγματικότητα όχι μόνο αυτό δεν συμβαίνει, αλλά στην προσπάθεια να στήσεις
στα πόδια του το ψέμα, αυξάνεις σε
επικίνδυνο βαθμό την εξάρτησή σου από
το φυσικό αέριο, και την ηλεκτροπαραγωγή
των γειτονικών χωρών.
Η
επιλογή του φυσικού αερίου -ως στρατηγική
κίνηση- δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα,
όπου αναμιγνύονται επικίνδυνα η
ενεργειακή επάρκεια της χώρας που το
υιοθετεί με τα γεωπολιτικά παίγνια στα
οποία εμπλέκεται. Πρακτικά αυτή η επιλογή
αφορά μια σειρά κρατών, εκείνων που συναντούν
στην πορεία τους οι νέες αρτηρίες πάνω
στο γήινο σώμα, οι αγωγοί μεταφοράς του φυσικού αερίου· που συμπτωματικά πρόκειται για κράτη
που δυσκολεύονται λίγο παραπάνω να
“πείσουν” την κοινή τους γνώμη.
Σε
πλανητικό επίπεδο, όμως, η συνολική
εικόνα είναι διαφορετική και εμφανίζεται -αναγκαστικά- περισσότερο αποκαλυπτική: Για τις υπόλοιπες χώρες, που θα εξαρτώνται κι αυτές ολοένα
και περισσότερο από ΑΠΕ, δεν απομένει
άλλη επιλογή από το να συνεχίσουν με
αμείωτο ρυθμό, να κάνουν ό,τι έκαναν
μέχρι τώρα και μάλιστα πιο εντατικά
(σε αντιστοιχία βέβαια και με τις οικονομικές τους
επιδόσεις). Θα συνεχίσουν δηλαδή να
χρησιμοποιούν με αμείωτο ρυθμό το λιγνίτη, το πετρέλαιο, την πυρηνική ενέργεια.
Στην
ερώτηση, τι θα κάνει μια χώρα που αν και διαθέτει πετρέλαιο ή λιγνίτη δεν θα
έχει το δικαίωμα, ή δεν θα επιθυμεί να
χρησιμοποιεί αυτούς τους πόρους; Η
απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από
αυτήν: θα τους εμπορεύεται υποτιμημένους με χώρες που
θα μπορούν να το κάνουν. Αυτές οι
χώρες που θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν βρώμικες
πηγές ενέργειας θα απαρτίσουν ένα είδος
ενεργειακού Τρίτου Κόσμου (που
συμπεριλαμβάνει και τον Τρίτο Κόσμο
που ήδη γνωρίζουμε). Αλλά τότε τι θα έχει
μείνει τελικά μετά το τέλος της "μουσικής
των πυροτεχνημάτων"; Η είσοδος στο
παιχνίδι μιας σειράς ευέλικτων,
κρατικοδίαιτων επενδυτών νέας κοπής,
με πολλές κρυφές και φανερές τσέπες για κρυμμένους άσσους, όπου η μια τσέπη θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις κερδοφορίας για την άλλη - και όλες μαζί θα βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο και την προστασία του ίδιου απρόσωπου προσωπικού. Ευελιξία και
ικανότητα προσαρμογής σε αντιστοιχία
με την στοχαστική ευελιξία του θεού του
ανέμου, και -όπως πάντα- η ισχύς εν τη ενώσει.
Ο Τρίτος Κόσμος, λειτουργώντας πάντοτε με ένα τρόπο πλανητικού
ασυνειδήτου για τον καπιταλισμό, είναι ο φορέας όλων των
συστημικών απωθήσεων. Καταλήγει εκεί, απωθείται εκεί, το απόβλητο, το τοξικό, το μολυσματικό, οτιδήποτε έχει στιγματιστεί, ενοχοποιηθεί, περιθωριοποιηθεί, για να γίνει αόρατο, να ξεχαστεί,
να θαφτεί, να παράγει, να παρανομεί, να ληστεύει, να επιχειρεί - αρκεί να πάψει να ρυπαίνει στον ορίζοντα των άλλων δύο κόσμων (που βέβαια
τελικά έχουν καταλήξει να είναι ένας). Ελλοχεύει ακόμη μία εκδοχή, για το πως μπορούν να εξελιχθούν τα πράγματα: Να χρησιμοποιηθεί η τρέχουσα ενεργειακή πολιτική που επιβάλλεται στα κράτη σαν μοχλός πίεσης, ως επιταχυντής των διαδικασιών αντιστροφής της παγκοσμιοποίησης - σε βάρος του Τρίτου Κόσμου· αλλά αυτή είναι μια προοπτική που δεν θέλω ούτε καν να τη σκέπτομαι για την ώρα. Το λέμε και δεν πρέπει να κουραστούμε να το
λέμε· τα πραγματικά σύνορα ήταν πάντοτε
και θα είναι τα σύνορα της φτώχειας. Το
ενεργειακό πρόβλημα και οι τρόποι
μη αντιμετώπισής του, αναμένεται να
μετακινήσουν ξανά τα σύνορα του Τρίτου
Κόσμου, διευρύνοντάς τον ακόμη περισσότερο· αλλά "εμού
θανόντος γαία πυρί μιχθήτω" ή αλλιώς στάχτη και μπούρμπερη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου