Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2020

"Υπάρχει ακόμα καιρός / Υπάρχει ακόμα καιρός να μαστιγώσεις την πόλη"


Κάποιοι είναι νέοι και τίποτα
Άλλο και,
Κάποιοι είναι γέροι και τίποτα
Άλλο
Και κάποιοι βρίσκονται ενδιάμεσα και
Μόνο.
..............................
Οι λίγοι που είναι διαφορετικοί
Εγκαίρως εξαλείφθηκαν
Απ’ την αστυνομία, τις μανάδες τους
Τους αδελφούς τους, τους άλλους
Από τους ίδιους τους εαυτούς τους.
Βλέπεις μονάχα ό,τι
Έχει απομείνει.
...................
Charles Bukowski


Jean-Michel Basquiat



Η πανδημία του νέου ιού δεν κάνει ταξικές, φυλετικές ή γεωγραφικές διακρίσεις - αυτός είναι και ο λόγος της πάνδημης αντίδρασης για την αντιμετώπισή της. Δεν ισχύει φυσικά το ίδιο και για τα μέσα, τις πρακτικές και τις πολιτικές που εφαρμόζονται. Αυτά, κάτω από διαδικασίες που μεταλλάσσουν τις κοινωνίες βίαια σε “αποικίες τιμωρημένων” (Κάφκα), καταλήγουν να έχουν και ταξικό πρόσημο. 

Καθώς όμως -όπως φαίνεται- ο ιός κάνει διαγενεακές διακρίσεις ως προς τη σοβαρότητα των επιπτώσεων με τις οποίες εκδηλώνεται, έφερε τη νέα γενιά για άλλη μία φορά στο στόχαστρο, σε μια πλασματική -και επικίνδυνη, γιατί αποπροσανατολίζει- αντιπαράθεση με τους γηραιότερους. Της αποδόθηκαν ανευθυνότητα, ανωριμότητα, επιπολαιότητα, έλλειψη αλληλεγγύης απέναντι στους πιο ευάλωτους και ηλικιωμένους. Το περίεργο είναι ότι αυτή η υποτιθέμενη "σύγκρουση" δεν προέκυψε από καμία από τις δύο πλευρές, το αντίθετο μάλιστα, επιδείχθηκε νηφαλιότητα και αλληλοκατανόηση στις αχειραγώγητες από τα ΜΜΕ εκδηλώσεις τους. Ολόκληρη, όμως, την περίοδο των μέτρων πριν το lockdown, τα ΜΜΕ και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί επιδίδονταν σε καθημερινό άγριο λιντσάρισμα και διαπόμπευση των νέων σε δημόσια πάρκα, σε αρχιτεκτονικές κόχες, στέκια, και όπου αλλού μπορούν ακόμα οι νέοι να αναπνέουν. Με μεθόδους "δημιουργικής δημοσιογραφίας", δεν άφησαν ευκαιρία για ευκαιρία να πάει χαμένη, να μην ελεεινολογήσουν, να μην λοιδορήσουν με αυθαίρετες γενικεύσεις τη νεολαία. 

Στην διαδικασία περιθωριοποίησης/φτωχοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, με την ανεργία στις νέες ηλικίες να κινείται στα επίπεδα του 38%, οι νέοι των λαϊκών στρωμάτων πληρώνουν αναμφισβήτητα το πιο βαρύ τίμημα. Αυτοί που βιολογικά έχουν μέλλον, αποκόβονται βίαια από αυτό, και περιορίζονται σε ένα δυστοπικό, μίζερο παρόν, όπου βιώνουν την αγωνία, ημέρα με την ημέρα, της εξασφάλισης των πόρων που θα τους επιτρέψουν να αναπαράγουν την εξαθλίωσή τους. 

Η αυταπάτη του κοινωνικού αριβισμού, για τους νέους των λαϊκών τάξεων έχει πάψει προ πολλού να λειτουργεί και να φουσκώνει το σωσίβιο του ατομικισμού - η ιδεολογία του ναυάγησε κάπου στα βαθιά της οικονομικής κρίσης. Η ταξικότητα (και για όσους έχουν αλλεργία στη λέξη, η κοινωνική πόλωση που προκαλεί η ιδιοποίηση του πλούτου από μια ισχνή μειοψηφία του πληθυσμού) έχει αρχίσει και πάλι να γίνεται ιδιαίτερα τοξική. Η πολυτέλεια πολιτικών που μπορούν να κρύβουν, να αμβλύνουν τον ταξικό διαχωρισμό, να ωραιοποιούν καταστάσεις ανήκει -οριστικά;- σε άλλη εποχή. Τίποτε δεν μπορεί να συντηρήσει πια την ψευδαίσθηση ότι δεν υφίστανται παγιωμένες διακρίσεις και ανισότητες ευκαιριών για τους νέους των μη προνομιούχων στρωμάτων. Ο φενακισμός των συνειδήσεων μέσω αυτής της οδού, δεν λειτουργεί πια. Καθώς όμως η πολιτική σκηνή απεχθάνεται το κενό, την ιδεολογία του κοινωνικού αριβισμού έχει αντικαταστήσει τώρα η ιδεολογία της "αριστείας" (με θολό περιεχόμενο), που τείνει να αποκτήσει την ισχύ μαγικού κλειδιού:  υπόσχεται ότι ξεκλειδώνει όλες τις πόρτες για μια "καλή ζωή" - σε καιροσκόπους και τρωκτικά.

Μία προϊούσα διαδικασία περιθωριοποίησης, όσον αφορά τους νέους που θίγει ιδιαίτερα, επιταχύνθηκε, πράγματι, την περίοδο της πανδημίας. Αυτό όμως δεν πρέπει να επισκιάσει το γεγονός ότι, ως διαδικασία, η απαξίωση των νέων είχε ξεκινήσει πολύ πιο πριν. Πολύ πριν και από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Αυτά τα δύο γεγονότα -οικονομική κρίση και πανδημία- επηρέασαν οπωσδήποτε την ένταση του φαινομένου. Έδωσαν όμως και ευκαιρίες, για στρογγυλεμένες εξηγήσεις, για αντιπερισπασμό και εκτροπή της συζήτησης από τις βαθύτερες πολιτικές αιτίες, πρόσφεραν την εργαλειοθήκη για μια δημιουργική παραμόρφωση της πραγματικότητας. Ως γεγονότα, με τις προτεραιότητες έκτακτης ανάγκης που επέβαλε η αντιμετώπισή τους, επισκίασαν τις πραγματικές αιτίες της περιθωριοποίησης των νέων που πρέπει να αναζητηθούν αλλού και όχι, κατά αποκλειστικότητα, στις πρόσφατες δύσκολες συγκυρίες. 

Οι πραγματικές αιτίες φωλιάζουν στα αδιέξοδα και τα όρια που έχει φτάσει ο καπιταλισμός ως οικονομικο-πολιτικό σύστημα. Αν αυτό ισχύει, και στο βαθμό που ισχύει, τότε η κρίση που καταστέλλει και εξουθενώνει την νεότητα είναι ένα φαινόμενο με παραμόνιμα χαρακτηριστικά. Από τους νέους φαίνεται ότι ξεκινά το σύστημα, θέτοντας σε εφαρμογή την τελευταία του μετάλλαξη. Ανοιχτά πλέον επιδίδεται σε μια μορφή ανθρωποφαγίας, που σαρώνει τώρα απ' άκρη σ' άκρη και τον δυτικό κόσμο. Το Παγκόσμιο Σύστημα είναι σαν να θέλει να αφανιστεί, να τελειώσει μέσα σε ένα "κανιβαλιστικό" όργιο. Ίσως η ιστορία του Νησιού του Πάσχα να λειτουργεί ως μοντέλο -σε μικροκλίμακα- για να προβλέψουμε πια μπορεί να είναι η τύχη ενός συστήματος, που δεν έχει αφήσει κανένα περιθώριο διορθωτικών κινήσεων, ώστε να μπει φρένο στην αυτοκαταστροφική του πορεία. Οι κάτοικοι του Νησιού του Πάσχα κατέληξαν στον κανιβαλισμό, όταν πια είχαν εξαντλήσει όλους τους πόρους του οικοσυστήματός τους. 

Οι νέοι των λαϊκών στρωμάτων -ας εξετάσουμε και αυτή την πλευρά- ίσως εισπράττουν τώρα τα επίχειρα της εθελούσιας ενσωμάτωσής τους (στην πλειοψηφία τους) σε ένα σύστημα που τους επιβάλει τιμωρητικά μια δύσκολη ενηλικίωση. Οι νέοι αυτοί από την πλευρά τους, με τις εξαιρέσεις που δεν αλλάζουν τον κανόνα, και μέχρι αυτό να διαψευσθεί, δίνουν προς το παρόν την εντύπωση, ότι έχουν αποποιηθεί του δικαιώματος της αμφισβήτησης. Η αμφισβήτηση του υπάρχοντος εύρισκε πάντοτε προνομιακό πεδίο και καταφύγιο στη νέα γενιά. Αυτός ο αέρας της αμφισβήτησης των νέων ήταν που φούσκωνε πάντοτε τα πανιά του κόσμου, αναζωογονούσε τα ασφυκτικά κοινωνικά περιβάλλοντα, γονιμοποιούσε τις αποτελματωμένες κοινωνίες. 

Οι νέοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, όντας στην ουσία εκτός παραγωγής, κακοπληρωμένοι και υποαπασχολούμενοι, απομονωμένοι, χωρίς καμιά προοπτική στη ζωή τους, χωρίς ούτε καν την ψευδαίσθηση ενός μέλλοντος που θα είναι καλύτερο, δοκιμάζουν διαφυγές από τον αφιλόξενο για την νεότητα κόσμο μέσα από εικονικά περιβάλλοντα. Ο μοναδικός δεσμός τους με τον πραγματικό κόσμο είναι συνήθως η άχαρη φωνή ενός γηραιότερου στα αυτιά τους, υπομένοντας το ζυγό του, τις άχρηστες και κούφιες ηθικολογίες του, για ένα πιάτο φαγητό. Οι νέοι δείχνουν διατεθειμένοι να υπομένουν μαζοχιστικά τα πάνδεινα, να αποδέχονται τα πάντα όπως έρχονται και επιβάλλονται, αρκεί το σύστημα να μπορεί να τους παρέχει απρόσκοπτα τις συσκευές που υλοποιούν την εικονική τους πραγματικότητα/διαφυγή. 

Σε ένα τόσο άσχημο κόσμο, οι νέοι, αντί να τον αμφισβητούν μαζικά, είναι σαν να αρνούνται να μεγαλώσουν. Αντιμετωπίζουν την εμπλοκή τους στον κόσμο, σαν συμμετοχή σε ένα τηλεοπτικό ριάλιτι, ακολουθώντας τις "ιερές" επιταγές της μόδας και ενός ρηχού lifestyle. Η "αμφισβήτηση" μιας πλειοψηφίας στις νέες ηλικίες, δημιουργεί την εντύπωση ότι περιορίζεται αποκλειστικά σε εκδηλώσεις του φόβου να μη χαθεί η ευημερία των τεχνολογικών gadgets, το φουτουριστικό μέλλον που τους υπόσχεται η τεχνολογία - όλες εκείνες οι προβολές, δηλαδή, που λειτουργούν ως παυσίπονα, για να αντέξουν το βαρύ ψυχικό φορτίο που αφήνει το ανεκπλήρωτο και ανολοκλήρωτο της ζωής τους. Να μη χαθούν όλα εκείνα στα οποία έχουν εθιστεί να σπαταλούν τις ζωές τους (που αποδείχθηκαν τα καλύτερα ναρκωτικά της διάθεσης για αναζήτηση του νοήματος μιας πραγματικής, αυθεντικής ζωής - στη θέση αυτής της αθλιότητας, που βιώνεται πιο τραγικά όταν είσαι νέος). Έτσι όμως οι νέοι διαιωνίζουν οι ίδιοι τις συνθήκες που προωθούν την περιθωριοποίησή τους. Δεν αμφισβητούν ένα σύστημα που τους καταδικάζει σε εργασιακό μεσαίωνα, σε συνθήκες μισθωτής σκλαβιάς και μαζικής ανεργίας, που όλα μαζί συντονισμένα απαξιώνουν, περιθωριοποιούν, τιμωρούν τη νεότητα - πάνω στην άνθιση της ηλικίας. Μία επικρατούσα τάση στους νέους, δημιουργεί την εντύπωση ότι αμφισβητεί αποκλειστικά και μόνο ό,τι θεωρεί απειλή για την απρόσκοπτη διασύνδεσή τους στα δίκτυα μιας εικονικής ζωής - της φυγής με τεχνολογικά μέσα από την πραγματική. 

Οι γενιές που μεγάλωσαν όχι με κανονικούς ανθρώπους αλλά με "μητέρα την τηλεόραση" και τον υπολογιστή πιο πρόσφατα, έχουν γαλουχηθεί με την κοσμοαντίληψη και την κουλτούρα που παράγουν τα ΜΜΕ - που έχει μεταφερθεί και στο Διαδίκτυο. Ένα συνονθύλευμα από πλαστικούς ήρωες, τηλεριάλιτι, περσόνες του star system, μια φετιχιστική προσέγγιση της τεχνολογίας, αρκετές δόσεις lifestyle, απλουστευτική σκέψη από μικρονοϊκούς γραφικούς συνωμοσιολόγους, αστρολόγους, ρατσιστές, πατριδοκάπηλους, βλαμμένους της διπλανής πόρτας, κάθε λογής, δηλαδή, κακό συναπάντημα. 

Η αίσθηση ελευθερίας -που κάθε γενιά πρέπει να ορίζει/ανανεώνει το περιεχόμενό της, και εάν έχει τύχη να γεύεται κάποιους από τους καρπούς της-, βιώνεται τώρα ως η δυνατότητα/δικαίωμα πρόσβασης σε πλατφόρμες. Το περιεχόμενο της ελευθερίας που απολαμβάνει μία ολόκληρη γενιά ετεροκαθορίζεται τώρα αλγοριθμικά. Περιλαμβάνει όλα όσα απαιτεί η προσαρμογή τους στον προγραμματισμό συσκευών και δικτύων. Τα κάγκελα της πιο αποτελεσματικής φυλακής, εκείνης που εθελούσια κλείνεσαι -με το κλειδί από μέσα- αποδείχτηκαν οι αλγόριθμοι των εταιριών-παρόχων. Αλγοριθμικός δαρβινισμός: από την πολιτισμική δημιουργία της διαδικασίας εξανθρωπισμού του είδους μας διατηρούμε μόνο ό,τι είναι δυνατόν να εκφραστεί αλγοριθμικά. Η κατακτημένη ουσία του ανθρώπου -ό,τι είχε απομείνει από αυτήν, υπό την επίδραση των προηγούμενων αλλοτριώσεων-, τώρα, κάτω από την μπότα αυτής της τεχνολογικής εξέλιξης, αντιμετωπίζεται σαν την ουρά που κάποτε διέθετε το είδος μας στην εξέλιξή του, που πρέπει να αφήσουμε να μαραθεί, ως κάτι το περιττό και ενοχλητικό μέσα στην παγκόσμια τεχνολογική δυστοπία που τώρα ολοκληρώνεται. 

Οι νέοι (μιλάω αποκλειστικά γι' αυτούς γιατί έχουν το μέλλον στα χέρια τους), εγκλωβίζονται με τη θέλησή τους στις συνθήκες μιας γλυκιάς δουλοπαροικίας: εκχωρούν με ευκολία την ελευθερία τους, το απαραβίαστο της ιδιωτικής τους ζωής, δίνουν το δικαίωμα στις εταιρίες να ελέγχουν το χρόνο τους. Από τον βιολογικό μας χρόνο -τον αληθινό και μοναδικό πλούτο του ανθρώπου- που μέχρι τώρα το σύστημα παραγωγής είχε τον έλεγχο μόνο ενός μέρους του στις συνθήκες της μισθωτής εργασίας, τώρα έχει καταφέρει να τον απαλλοτριώσει πλήρως στις ανάγκες της οικονομίας. Στις συνθήκες αυτές οι νέοι -ακόμη και άνεργοι στην πραγματική οικονομία- μετατρέπονται από τις ψηφιακές πλατφόρμες σε εργαζόμενους χωρίς μισθό (clickworkers), αποδεχόμενοι αβίαστα όλους τους κανόνες τους - παραβλέποντας με μεγάλη ευκολία τα ψιλά γράμματα των παρόχων που μεγεθυσμένα παραβιάζουν τις ζωές τους. Γίνονται εργαζόμενοι χωρίς μισθό στην παραγωγή των "μεγάλων δεδομένων", και φτηνή σάρκα για τους διαφημιστές και τους εκπορνευτές. Εγκάθετοι σε μια κατάσταση γλυκιάς δουλοπαροικίας, παράγουν χωρίς ωράριο οικονομική αξία μέσω των χρυσοφόρων click, που καρπώνεται εξ ολοκλήρου η εταιρία – φέουδο. Η εταιρία από την πλευρά της, καθώς στηρίζει την κερδοφορία της στον εθισμό των χρηστών, ώστε να συνεχίζουν απρόσκοπτα να παράγουν αξία γι’ αυτήν, δεν θα τους αφήσει ποτέ να μαραθούν από έλλειψη ευχαρίστησης. Τους παρέχονται όλα τα μέσα που ενισχύουν την εξάρτησή τους από την εταιρία "δωρεάν" (όπως παρέχονταν "δωρεάν" τα εργαλεία στους αγρότες της φεουδαρχίας): εθιστικά περιβάλλοντα (καταιγιστικής δράσης, κατάφορτων ρατσιστικών, εθνικιστικών, συνωμοσιολογικών και σεξιστικών στερεότυπων, σχηματοποίηση και υπεραπλούστευση των ιστορικών και σύγχρονων καταστάσεων. Πρόκειται για παραστάσεις -που παραπέμπουν σε άλλες- και όχι για αναπαραστάσεις πια (όπως το είδε ο Μποντριγιάρ), καθώς το ενδιαφέρον αναφοράς στο πραγματικό έχει μαραθεί. Μέσω κατάλληλης παραμετροποίησης των αλγορίθμων, προάγονται συνεχώς ψεύτικοι ντετερμινισμοί και ερμηνείες. Αλλά τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Στην αλγοριθμοποιημένη κουλτούρα και στα περιβάλλοντα που δημιουργούνται και ελέγχονται αλγοριθμικά, δεν υπάρχει χώρος για ανατρεπτικό λόγο, κριτική και δράση απέναντι σε ένα "περιβάλλον" που συστημικά και άυλα σε περιβάλλει - μόνο ό,τι είναι αφομοιώσιμο στην κοιλιά του αδιόρατου κτήνους μπορεί να υπάρχει. Και αυτό συμβαίνει όχι γιατί εμποδίζεται μια τέτοια στάση, αλλά γιατί καθίσταται άνευ νοήματος. Μετατρέπεται σε κάτι το αδιανόητο. Σε ατομικό επίπεδο είναι σαν να θέλεις να βγεις από το δέρμα σου, ενώ στο συλλογικό επίπεδο του "περιβάλλοντός" σου είσαι ταυτισμένος/συνυφασμένος μαζί του όπως το ψάρι στο νερό. Δεν είσαι "εκεί" για να αλλάζεις τους κανόνες, αλλά  μόνο να αποδέχεσαι. Μπορείς να κάνεις βέβαια να διαλυθεί η πλατφόρμα σαν σαπουνόφουσκα μπροστά στα μάτια σου - για να πέσεις όμως την αμέσως επόμενη στιγμή στα δίχτυα μιας άλλης.

Όμως, σε αντιδιαστολή με αυτή την τάση που προς το παρόν επικρατεί, στις πλατείες και στους άλλους δημόσιους χώρους, αρχίζουν να αναπτύσσονται μικρές οάσεις κοινωνικότητας μεταξύ των νέων. Μόνο εκεί, στους υποβαθμισμένους, εγκαταλειμμένους δημόσιους χώρους, αγοράζοντας μερικές μπύρες από το περίπτερο, μπορείς να υπάρξεις αφ’ εαυτού, να βρεις τη ζεστασιά μιας ομάδας χωρίς να γίνεσαι το ενεργούμενο της βιομηχανίας της κουλτούρας/ ψυχαγωγίας που έχει καταφέρει να ελέγχει τα πάντα - όλα τα θέματα που αφορούν τους νέους και την κουλτούρα τους. Σε αυτούς τους χώρους, μικρές οάσεις όπου αναπνέουν οι κακοχτισμένες, άσχημες πόλεις, μικρές μειοψηφίες αναπτύσσουν νέες μορφές έκφρασης και κοινωνικότητας. Ξεπερνώντας τη δυσγλωσία που άφησε επάνω τους το εκπαιδευτικό σύστημα, οι νέοι που ανήκουν σε μια άστεγη γενιά, επινοούν μια δική τους ιδιωματική γλώσσα, σαν φράχτη που προστατεύει από το μολυσματικό παρόν, που απωθούν και τους απωθεί. 

Ίσως εδώ να βρει κάποιος αναλογίες με τις συνθήκες της εποχής της ακμής του ρεμπέτικου. Το hip hop, αυτό που δεν ακούγεται στα ΜΜΕ, και για όσο διάστημα θα αποφεύγει την επαφή του με την βιομηχανία της κουλτούρας και του θεάματος, ίσως αργότερα θεματοποιηθεί ως το ρεμπέτικο αυτής της εποχής. Η αληθινή ζωή, μια ζωή ξανακερδισμένου από την αρχή νοήματος, ίσως να έχει ακόμη μία τελευταία ευκαιρία στα παραμελημένα, χορταριασμένα πάρκα, και στους εγκαταλειμμένους δημόσιους χώρους - στα "χορταριασμένα χάσματα" του ποιητή, και του παρόντος εκείνων που η μνήμη τους δεν έχει προλάβει να "χορταριάσει" ακόμα.

 Γιάννης Ψαραύτης

 

Σημειώσεις

Ο τίτλος του κειμένου είναι δανεισμένοι στίχοι από ανέκδοτο ποίημά του Μιχάλη Κατσαρού "Υπάρχει ακόμα καιρός". Βρίσκεται στη διεύθυνση: https://www.lifo.gr/articles/imerologio/215370/4-anekdota-poiimata-toy-mixali-katsaroy

Το ποίημα του Τσαρλς Μπουκόβσκι υπάρχει στην ιστοσελίδα με διεύθυνση: https://www.stixoi.info

"Χορταριασμένα χάσματα ", ποιητική συλλογή του Νίκου Καρούζου.


 

 


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου