Τελικά
αυτό που μας προσδιορίζει είναι οι
προτιμήσεις, οι επιρροές μας, ό,τι
επιλέγουμε και κρατάμε μέσα στα χρόνια·
ό,τι μαζεύουμε με το πάθος ρακοσυλλέκτη,
όχι χωρίς κόπο, αλλά όχι και χωρίς
απόλαυση, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία
και την συγκρότησή μας; Αυτές τις
προσηλώσεις ας τις ονομάσουμε εμμονές
(όχι με την ιατρικοποιημένη
σημασία των ψυχαναγκασμών).
Λοιπόν,
αυτό είναι που καταφέρνουμε τελικά να
γίνουμε; Πιανόμαστε διαρκώς από αυτά
τα αγκίστρια που μας στήνει ο χρόνος
και η καλή μας η τύχη, ώστε να μη λοξοδρομούμε
και να μη χάνουμε το δρόμο μας; Και ως
προς τις εμμονές τι συμβαίνει; Υπάρχουν
και εδώ πλούσιοι και φτωχοί; Αυτός είναι
ο τρόπος που κατακτούμε κάθε στιγμή το
απροσδιόριστο, ομιχλώδες, αβέβαιο για
τον εαυτό του "προς τα εμπρός", έτσι
καθώς κινούμαστε προς το τυφλό σημείο
της ύπαρξης και του δίνουμε σχήμα; Έτσι
κάνουμε; Έτσι επινοούμε το καινούριο;
Κοιτάζοντας διαρκώς προς τα πίσω (ακόμη
και μέχρι την παιδική μας ηλικία φτάνουμε) - εκεί κρύβεται το μέλλον μας; Είμαστε οι
εμμονές μας κατά μία έννοια (θετικές ή αρνητικές); Και μήπως εμείς οι ίδιοι, ο καθένας
ξεχωριστά μέσα στη δημιουργική μοναξιά
του, δεν ανοίγουμε μόνοι, καταμόναχοι
το δρόμο μας; Γινόμαστε ένα με το δρόμο
που ξεδιπλώνουμε στο μάκρος του βίου
μας, μέχρι να βγει από μέσα μας και η
τελευταία ανάσα, εκδηλώνοντας ένα απίστευτο και
αστείρευτο πείσμα για ζωή. “Πρέπει να
συνεχίζει κανείς”, λένε κάθε τρεις και
λίγο οι ήρωες του Μπέκετ, ακόμα και καθισμένοι στον
χειρότερο πάτο ή σκαλί εξαθλίωσης.
Ένα αδικαιολόγητο πείσμα τους κρατάει
γαντζωμένους με νύχια και με δόντια στη
ζωή. Κι αυτό να το χρωστάμε άραγε στις εμμονές
μας (κάποιος είπε στους δαίμονές μας);
Και αυτός ο δρόμος είναι μόνο για μας;
Αυτός είναι ο λόγος που δεν συναντούμε ποτέ -καφκικά- συνοδοιπόρους,
έστω στις διασταυρώσεις; Με τις εμμονές
μας τουλάχιστον περνάμε καλά, δεν
μας εγκαταλείπουν ποτέ.
Ή
μήπως αυτός είναι ο τρόπος να χτίζουμε
τη φωλιά μας: ανοίγοντας και προσθέτοντας
ακατάπαυστα νέες στοές και λαγούμια; Είμαστε ο λαβυρινθικός άνθρωπος του Νίτσε, που δεν αναζητεί το μίτο, παρά μόνο την Αριάδνη του; Γι' αυτό γίνονται όλα; Για
μια ψευδαίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς;
Δίνουμε τα πάντα, κάνουμε τα πιο απίστευτα
πράγματα για λίγη ζεστασιά απέναντι
στην αγωνία που μας κατατρώει; Για “ένα
πουκάμισο αδειανό” ξοδεύουμε τη ζωή
μας;
Και
η ευτυχία; Δεν είπαμε τίποτα για την
ευτυχία· που βρίσκεται μέσα σε όλα αυτά
η ευτυχία; Υπάρχει ή είναι σκέτη ουτοπία;
Και που βρίσκεται κάθε φορά που την αναζητούμε; Ταξιδεύει μονίμως στη χώρα
του πουθενά για δουλειές; Πώς γίνεται
και βρίσκεται πάντοτε οπουδήποτε αλλού εκτός από εκεί που
εμείς είμαστε, όπως το θέλει το πιο
πολυτραγουδισμένο παράπονο; Είναι
μια φενάκη που με την απουσία της σε
κάνει να συνεχίζεις; Αν παραμονεύει τόπους-τόπους, σαν αγρίμι, στη
διαδρομή, γιατί δεν έρχεται τότε ποτέ
να μας κατασπαράξει;
Αλλά
τι είναι όμως η ευτυχία; Είναι πρώτα-πρώτα
-και αυτή είναι μια βάση που θα συμφωνήσουμε όλοι- ένα
αίσθημα υπαρξιακής πληρότητας, ένα
αίσθημα ευφορίας που σε κυριεύει ξαφνικά,
έστω και για λίγο. Ποια είναι όμως τότε
η διαφορά από αυτό που στην μυστικιστική
Ανατολή ονομάζουν έκσταση, και του
δίνουν διάφορα ονόματα; Ένα κατοικίδιο
αίσθημα που προσπαθείς να διατηρείς
ζωντανό μέσα στα σπλάχνα σου είναι η
έκσταση, που ως προϋπόθεση έχει την
πλήρη απομόνωση από το περιβάλλον, να
μην επιτρέπεις να σε αγγίζουν οι άσχημες
περιστάσεις της ζωής. Αδιαπέραστος.
Είναι το αποτέλεσμα κάποιων τεχνικών
ή ουσιών, εξάσκησης και αυτοπειθαρχίας,
μιας εφαρμοσμένης ασκητικής ή
αναχωρητισμού. Αυτή πχ. υπήρξε η
λειτουργία του ρεμπέτικου πριν μετατραπεί
σε μουσειακό είδος (όσοι παρακάμπτουν
για διάφορους λόγους αυτή την αλήθεια, δεν κατανοούν σωστά το ρεμπέτικο).
Με
την κατάκτηση της ικανότητας για ευτυχία,
όμως, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο,
χρειάζεται τον κόσμο για να λειτουργήσει.
Είναι αυτό που μας επιστρέφεται σε
κάποιες σπάνιες και μοναδικές στιγμές
καθώς ανοιγόμαστε στον κόσμο. Σε αρπάζει
ξαφνικά σύγκορμο εκεί που δεν το
περιμένεις, σε πλημμυρίζει, σε μεθάει
από ύπαρξη. Στραμμένοι διαρκώς, όπως
κάποια άνθη προς τον ήλιο, προσηλωμένοι
στους δικούς μας ελκυστές, προς όλα όσα
μπορούν και μας συναρπάζουν, ακολουθώντας
τις εμμονές μας, έρχονται σαν ευλογία,
εκεί που δεν το περιμένεις και μας αρπάζουν οι ευτυχισμένες
στιγμές.
“Ντρέπομαι
που το λέω”, μας εξομολογήθηκε ένας
φίλος πριν από αρκετά (πολλά) χρόνια, “θα
ακουστεί περίεργο, αλλά εγώ μόνο μέσα
στις πιο δύσκολες περιστάσεις της ζωής
μου κατάφερα να αισθανθώ και να καταλάβω
τι θα πει ευτυχία, όποτε τα πράγματα
πήγαιναν ρολόι ένιωθα σκέτη ευχαρίστηση,
περνούσα απλά όμορφα”. Εννοείται ότι
το πήρα στραβά. Μου είχε φανεί αλλόκοτη και παράδοξη η
στάση του. Τόση στοιβαγμένη ηθική θα
πέσει να μας πλακώσει. Προβληματίστηκα αν ήταν ο τύπος που
του αρέσει να προκαλεί. Σκέφτηκα την
περίπτωση να είχε επηρεαστεί από τον
“Ξένο” του Καμί, που διαβάζαμε μανιωδώς
τότε. Ετοιμαζόμουν να ζητήσω διευκρινήσεις
τι είδους δυσκολίες εννοούσε, να καταλάβω,
αλλά είπα δεν βαριέσαι, και το προσπέρασα.
Και το ζήτημα παρέμεινε εκεί, καταχωνιασμένο
χρόνια.
Θυμήθηκα
ξανά προχτές, και χωρίς λόγο, αυτό το
περιστατικό, αλλά μαζί με τη λύση του
αυτή τη φορά. Τώρα, νομίζω είμαι σε θέση να δώσω μια ικανοποιητική
εξήγηση.
Οι ευτυχισμένες στιγμές έρχονται εκεί
που δεν το περιμένεις. Ο αιφνιδιασμός
είναι μέσα στη φύση τους. Δεν περιμένουν
πότε θα συνωμοτήσει το σύμπαν ώστε όλα
στη ζωή σου να εξελίσσονται παραδείσια
καλά. Δεν κοιτάζουν την συναστρία σου.
Στις δύσκολες στιγμές της ζωής, όμως,
τότε είναι που κάνουν πολύ αισθητή την
παρουσία τους. Ολόκληρη ορχήστρα.
Γαντζώνεσαι επάνω τους όπως ο ναυαγός
στο σωσίβιο ή ο πεινασμένος στο ψωμί.
Και μπορεί να είναι ένα τίποτα, ένα
βλέμμα, ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα
άγγιγμα, μια συνάντηση, η ζεστασιά ενός
χεριού που σου απλώθηκε, μια πλανόδια
μουσική, ένα τοπίο του τόπου σου, ένα
βιβλίο, ένα τραγούδι που σε κράτησε,
αυτό που είδες στη στροφή ενός δρόμου,
το αεράκι καταπρόσωπο που σου έφερνε
τα αρώματα, ξαφνικά, μιας άνοιξης.
Η
ευτυχία είναι πολύ σπάνιο είδος, λίγες
αλλά πολύτιμες στιγμές που σε αρπάζουν
και σε σηκώνουν την ώρα που πέφτεις. Από
απλά και ασήμαντα περιστατικά ξυπνάει
η ευτυχία μέσα στα σπλάχνα σου και σε
κυριεύει, και σε φέρνει σε κατάσταση
έκστασης. Αφορμές στέκονται όλα όσα στη ζωή, σε
στιγμές ηρεμίας, περνάνε απαρατήρητα. Απασχολημένοι καθώς είμαστε
να κυνηγάμε όλα αυτά που θεωρούμε
σημαντικά και μεγάλα, άπληστοι και
ματαιόδοξοι, οι μικρές αλήθειες της
ζωής που γι' αυτές είμαστε προορισμένοι,
φτερουγίζουν για λίγο και χάνονται από
έλλειψη χρόνου, και η ευτυχία τότε φεύγει
μαζί τους έτσι όπως ήρθε, αθόρυβα, στις μύτες των ποδιών.