Δίπλα στον βλάκα στριφογυρνάει και ο απατεώνας.
Μπαλζάκ
I.
Πάντα
πίστευα ότι η βλακεία είναι κοινωνικό
επιδημικό φαινόμενο. Τώρα έχω και
επιχειρήματα. Η βλακεία δεν έχει να
κάνει κατ' ανάγκη με την ευφυΐα, αν και
γι' αυτό οι γνώμες διίστανται· υπάρχουν
απόψεις που θεωρούν ότι μια ιδιαίτερη
ευφυΐα καμιά φορά σε κάνει και πιο
ευάλωτο και επιρρεπή στη βλακεία. Είναι
θλιβερά τα θεάματα της αποβλάκωσης,
κατά τεκμήριο ευφυών και ταλαντούχων
ανθρώπων που πληθαίνουν τον τελευταίο
καιρό.
Η
βλακεία εκτός του ότι έχει κοινωνική
προέλευση είναι και μεταδοτική. Στις
επιδημικές εκδηλώσεις βλακείας θα
βρούμε ευπαθείς ομάδες υψηλού κινδύνου,
τοξικά μέσα διάδοσης, χρηματοδότες που
την θεωρούν χρήσιμη για τους σκοπούς
τους· και σε ένα επόμενο στάδιο, από ένα
κατώφλι μολυσματικότητας και επάνω, η
αποβλάκωση απολαμβάνει ασυλία,
νομιμοποίηση, κανονικότητα.
Έτσι
όπως δείχνουν τα πράγματα, έτσι όπως
αντιδρούμε απέναντι στα προβλήματα,
από εδώ και πέρα δεν θα έχουμε πλέον την
πολυτέλεια να μιλάμε για λάθη αλλά για
πάθη, για τις εκδηλώσεις μιας παθολογίας
και μιας τυπολογίας της βλακείας, και κάθε φορά που η βλακεία θα κατακτά ισχύ και εξουσία θα γίνεται ακατανίκητη.
Έχω
την εντύπωση, ότι η επιδημία βλακείας
-πίσω από αυτήν την γενίκευση κρύβεται
μια ολόκληρη τυπολογία- που έχει πάρει
πλανητικές διαστάσεις, και έχει ενσκήψει
και στη χώρα μας, έχει να κάνει με τη
διάρρηξη του δημόσιου και του ιδιωτικού
χώρου, που βρίσκεται σε εξέλιξη τα
τελευταία χρόνια. Αυτοί που τώρα
γεννιούνται δεν θα μπορούν καν να
αντιληφθούν αυτή τη διάκριση στην
ενηλικίωσή τους. Ελπίζω να μην αποδειχθεί
ότι απολαμβάναμε ως ένα βαθμό ιδιωτική
ζωή μόνο και μόνο επειδή δεν ήταν
τεχνολογικά εφικτή η παραβίασή της.
Δεν
είναι μόνο ότι έχουμε αναποδογυρίσει
εννοιολογικά αυτήν την διάκριση, ότι
έχουμε γυρίσει το μέσα έξω σαν ρούχο
μέσω των κοινωνικών δικτύων και της
τεχνολογίας· είναι και ο τρόπος που
προσεγγίζονται οι δύο χώροι -για όσο
καιρό ακόμη θα επιβιώνει αυτή η διάκριση-.
Χωρίς να γίνεται αντιληπτό, εκπαιδευόμαστε
να αντιμετωπίζουμε τον ιδιωτικό χώρο
σαν δημόσιο και τον δημόσιο σαν ιδιωτικό.
Αυτή η παράδοξη κατάσταση, υπερέκθεση
του ιδιωτικού και αδιαφάνεια του δημόσιου
είναι που εκδηλώνεται τώρα διανοητικά
ως βλακεία.
II.
Η αναφορά σε επιδημία βλακείας στο προηγούμενο σχόλιο τρέφεται βέβαια από κάποια στοιχεία της επικαιρότητας, αλλά δεν εξαντλείται σ’ αυτήν. Από αυτή την άποψη η βλακεία είναι διαχρονική. Αν επρόκειτο μόνο γι αυτό, για μεμονωμένα δηλαδή περιστατικά, κάθε φορά που θα εκδηλωνόταν θα της δίναμε ένα όνομα -όπως έχουμε αρχίσει να κάνουμε με τα ακραία καιρικά φαινόμενα- και θα περιμέναμε να περάσει. Από στοιχεία της επικαιρότητας -και μερικά αρκούντως γλαφυρά και διασκεδαστικά- που να τεκμηριώνουν το περιεχόμενο της ανάρτησης άλλο τίποτα. Απαριθμώντας όμως, ή εστιάζοντας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, περιορίζεις το θέμα· κινδυνεύει κανείς να καταλήξει να κοιτάζει τα δέντρα και να χάνει το δάσος. Επιπλέον, ελλοχεύει και ο κίνδυνος να αδικήσω και κάποιους παραλείποντάς τους από την καταγραφή. Ένα ανθολόγιο βλακείας, για προσωπική χρήση, με μπόλικα στοιχεία που προσφέρει η επικαιρότητα, γεγονότων που έχουν συμβεί εντός και εκτός της χώρας το τελευταίο διάστημα, δεν είναι νομίζω ιδιαίτερα δύσκολο να καταρτίσει κανείς, εκφράζοντας με τις επιλογές του και τις προσωπικές του προτιμήσεις.
Με τους βλάκες δεν βγάζεις βέβαια εύκολα άκρη. Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν, και μαθαίνεις να ζεις μαζί τους, δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Οι διαστάσεις επιδημίας που παίρνει πλέον η έκθεση της κοινωνίας στην βλακεία αυτό είναι κάτι το καινούργιο. Η βλακεία λες και έχει αρχίσει να αποτελεί δομικό στοιχείο των σύγχρονων κοινωνιών. Κατά κάποιο τρόπο έχει αυτοματοποιηθεί στις εκδηλώσεις της μέσω μηχανισμών που την προάγουν και την διαχέουν σε κάθε αρμό της κοινωνίας. Και πάντα βέβαια θα ζούμε κάτω από το μόνιμο άγχος, μην τυχόν καταλήξουμε και εμείς οι ίδιοι βλάκες χωρίς καλά καλά να το καταλάβουμε, όπως έχουμε αρχίσει να φοβόμαστε το Αλτσχάιμερ.
Εντέλει έχουμε πολλά κοινά με την δεκαετία του 1930. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, εκείνη την περίοδο είχε γίνει αρκετός λόγος “περί βλακείας” ως κοινωνιολογικό φαινόμενο. Έχω υπόψη μου κείμενα του Μπρεχτ, την περίφημη διάλεξη του R. Musil “Περί βλακείας” (1931), σκέψεις του Walter Benjamin λίγα χρόνια πριν την πνευματική και φυσική του εξόντωση. «...Οι συνθήκες της ζωής, η εξαθλίωση, και η βλακεία υποδουλώνουν” προειδοποιούσε ο Benjamin όταν ακόμη δεν ήταν πολύ αργά.
Ας δοκιμάσουμε να παρακολουθήσουμε μέσα από ένα μόνο, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα, το πως εκκολάπτεται ο χρήσιμος βλαξ και πως πολλαπλασιάζεται. Ο “μηχανισμός” δουλεύει σαν αλυσίδα παραγωγής, ικανή να δημιουργεί πλειοψηφίες χρήσιμων βλακών, που να αποφασίζουν για τα διάφορα ζητήματα. Ο Χ είναι καταξιωμένος καλλιτέχνης/ δημοσιογράφος/ συγγραφέας/ μουσικός/ επιστήμονας/ επιχειρηματίας/ πρώην ακτιβιστής/ κάτι πρώην. Προσπαθεί να πουλήσει τον μύθο που περιβάλλει το πρόσωπό του, τη φήμη του ή το έργο του όσο-όσο, όσο ακόμα αυτά πουλάνε. Και είναι ικανός να το κάνει λειτουργώντας ακόμη και σε βάρος της ίδιας του της φήμης ή του έργου του. Είναι πολύ εύκολο γι αυτόν. Ό,τι ξεστομίσει ξέρει ότι θα θεωρηθεί ευφυολόγημα, ή θα περάσει ως βαθυστόχαστη σκέψη στο κοινό του. Τον βλέπεις να κινείται σαν νευρόσπαστο όπου φυσάει ο άνεμος κάθε φορά, που φουσκώνει τα πανιά του. Γνωρίζει και αποδέχεται ότι αντίθετα με την σκιά του, άλλοι κινούν, συντηρούν και ελέγχουν το μύθο του· και αφού είναι έτσι, σκέφτεται ως βλαξ που είναι, ας το κάνουν καλύτερα οι κατέχοντες, αρκεί μόνο αυτός να έχει τα μάτια του δεκατέσσερα και να μαντεύει κάθε φορά σωστά ποιοι θα είναι οι κατέχοντες. Είναι ολόκληρος αντανακλαστικά που του επιτρέπουν να τοποθετείται κάθε φορά στην σωστή πλευρά. Του ζητούν επιχειρήματα για τα φλέγοντα πολιτικά θέματα της επικαιρότητας ακόμη και αν δεν έχει. Δεν χρειάζεται να έχει. Το ευφυολόγημα δίνει φτερά στο επιχείρημα όταν υπάρχει, αλλά όταν ο λόγος είναι κενός περιεχομένου το "ευφυολόγημα" παίρνει τη θέση του επιχειρήματος απαλλάσσοντάς σε και από τον κόπο να σκέφτεσαι. Καμιά φορά ο Χ γίνεται τόσο εξυπηρετικός που καταφέρνει και τρυπώνει στη Βουλή. Γίνεται ο χρήσιμος βλάξ.
Στη βουλή, οι κανονικοί βουλευτές -που ευτυχώς είναι και οι περισσότεροι-, αυτοί που έχουν μοχθήσει για τις ψήφους που έλαβαν, έχοντας συνεισφέρει έμπρακτα στην ανάδειξη και την αντιμετώπιση των προβλημάτων των περιοχών τους, έχουν τώρα να αντιμετωπίσουν και ένα πακτωλό ευτράπελων ομιλιών, από ανθρώπους που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί. Και πώς γίνεται να συνομιλείς -όπως είσαι υποχρεωμένος θεσμικά- με την με κάθε τρόπο και μέσο, και από του βήματος εκφρασμένη, προβεβλημένη βλακεία χωρίς να την αντιγράψεις;
Το πολιτικό μέλλον των βουλευτών εξαρτάται από την παρουσία τους στα τηλεοπτικά μέσα. Μπορεί να μοιράζεται σύμφωνα με κάποιο νόμο τυπικά ο τηλεοπτικός χρόνος, αλλά στην πράξη όλοι παλεύουν για το κάτι παραπάνω που κάνει τη διαφορά. Δίνεται ένας ανελέητος καθημερινός αγώνας επικράτησης στα τηλεοπτικά παράθυρα, όπως ο άνισος αγώνας που δίνουν οι παραγωγοί προϊόντων για να κερδίσουν μια θέση στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Αλλά ακόμη και αν τα καταφέρεις να βρίσκεις πρόσβαση στα μέσα, για να εκθέσεις τις πολιτικές σου απόψεις στους ψηφοφόρους σου, πρέπει να σταθείς και αρκετά τυχερός (αρεστός), ώστε να μην λοιδορηθείς από μικρονοϊκούς απαίδευτους τηλεπαρουσιαστές, περίεργους φωνακλάδες, γραφικούς συνομωσιολόγους, διάφορους απόστρατους, σεξιστές, ρατσιστές, εθνικιστές· όλο το κακό συναπάντημα. Μπαίνεις στον πειρασμό να σκεφτείς ότι τα τηλεοπτικά μέσα μαζεύουν επίτηδες κάθε καρυδιάς καρύδι σ’ αυτές τις εκπομπές, για να πνίξουν σε ένα ουρλιαχτό κάθε δυνατότητα ουσιαστικής συζήτησης, να φτάνει μόνο κάτι σαν τον φόβο απ’ το ουρλιαχτό των λύκων στον ανυπεράσπιστο τηλεθεατή· πώς να μην σκεφτείς ότι το μόνιμο ενδιαφέρον τους δεν είναι άλλο από το πώς να μας μετατρέπουν σε χρήσιμους βλάκες.
Ρώτησαν τον κ. Κοϊνερ, ποιο είναι το μεγάλο μυστικό του βλάκα;
“...Το μεγάλο μυστικό του βλάκα, χμ, για να σκεφτώ λίγο… Ε… μάλλον ότι δεν του περνά καν από το μυαλό, δεν διανοείται ότι μπορεί για μια στιγμή να ‘χει άδικο. Κι αν του περάσει μια στάλα υποψίας από το μυαλό, γρήγορα τη διώχνει. Αυτός βλαξ; Ποτέ των ποτών. Οι άλλοι είναι πάντα. Έτσι γίνεται αδίσταχτα θρασύς, υπέροχα επικίνδυνος, ανυπέρβλητα αλαζονικός. Και πείθει. Γιατί πάντα υπάρχουν αρκετοί βλάκες για να σχηματίσουν μια πλειοψηφία. Αυτό είναι το μυστικό όπλο του βλάκα. Μα γι αυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία, γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν” (Ιστορίες του κ. Κόινερ, Μπρεχτ).
“...Το μεγάλο μυστικό του βλάκα, χμ, για να σκεφτώ λίγο… Ε… μάλλον ότι δεν του περνά καν από το μυαλό, δεν διανοείται ότι μπορεί για μια στιγμή να ‘χει άδικο. Κι αν του περάσει μια στάλα υποψίας από το μυαλό, γρήγορα τη διώχνει. Αυτός βλαξ; Ποτέ των ποτών. Οι άλλοι είναι πάντα. Έτσι γίνεται αδίσταχτα θρασύς, υπέροχα επικίνδυνος, ανυπέρβλητα αλαζονικός. Και πείθει. Γιατί πάντα υπάρχουν αρκετοί βλάκες για να σχηματίσουν μια πλειοψηφία. Αυτό είναι το μυστικό όπλο του βλάκα. Μα γι αυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία, γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν” (Ιστορίες του κ. Κόινερ, Μπρεχτ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου