Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

Οι φτωχοί είναι σιωπηλοί σαν πράγματα



...Το ομορφότερο όμως στη στοά μου είναι η ησυχία της. Βέβαια είναι απατηλή. Μια φορά μπορεί ξαφνικά να διακοπεί και όλα τέλειωσαν. Προς το παρόν όμως είναι ακόμα εδώ. Ώρες ολόκληρες μπορώ να γλιστρώ μες από τους διαδρόμους μου και δεν ακούω τίποτε άλλο απ' το θόρυβο κάποιου μικρού ζώου, που αμέσως κατόπι το κάνω να ησυχάσει ανάμεσα στα δόντια μου...

...Κάθε εκατό μέτρα έχω φαρδύνει τους διαδρόμους σε μικρές, στρογγυλές πλατείες, εκεί μπορώ άνετα να κουλουριάζομαι, να ζεσταίνομαι στον εαυτό μου και να ησυχάζω. Εκεί κοιμούμαι τον γλυκόν ύπνο της ειρήνης, του ικανοποιημένου πόθου, του αποκτημένου σκοπού να έχω ένα σπίτι.

...Δεν ξέρω, αν αυτή είναι συνήθεια από παλιούς καιρούς ή αν οι κίνδυνοι κι αυτού του σπιτιού είναι μολαταύτα αρκετά δυνατοί, για να με ξυπνήσουν: τακτικά από καιρό σε καιρό αλαφιάζομαι απ’ τον βαθύ ύπνο κι αφουγκράζομαι, αφουγκράζομαι μέσα στην ησυχία, που εδώ βασιλεύει αναλλοίωτη μέρα και νύχτα, χαμογελώ ικανοποιημένος και πέφτω με διαλυμένα μέλη σε βαθύτερον ακόμα ύπνο.

...Φτωχοί, άστεγοι οδοιπόροι, σε δημοσιές, στα δάση, χωμένοι το πολύ πολύ σ’ ένα σωρό φύλλων ή κοπαδιαστοί αναμεταξύ σας έκδοτοι σε κάθε καταστροφή του ουρανού και της γης!
Η ΣΤΟΑ, FRANZ KAFKA

...Από τη μια κατακόμβη στην άλλη. Το θρησκευτικό λαγούμι, το φιλοσοφικό λαγούμι, το πολιτικό λαγούμι, το οικονομικό λαγούμι, το επαναστατικό λαγούμι.
...Υπάρχουν αυτοί που σκάβουν με την ιδέα, με τον αριθμό, με την οργή.
...Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν όλες τους καταπακτές. Το κοινωνικό έδαφος είναι παντού υπονομευμένο. Υπάρχουν υπόνομοι πιο πάνω και υπόνομοι πιο κάτω ...σκοτεινό υπέδαφος που καμιά φορά βουλιάζει κάτω από τον πολιτισμό.
ΟΙ ΑΘΛΙΟΙ, V. HUGO

Η τεχνολογική ανάπτυξη αποτελεί μια πανοπλία από ανθρώπινα συμφέροντα – με βασικότερο την επιθυμία κάποιων να κυριαρχήσουν πάνω στους άλλους
LANGDOM WINNER

Οι φτωχοί είναι σιωπηλοί σαν πράγματα
RILKE

be a hobo and go with me
from Hoboken to the sea
MOONDOG




Γιάννης Ψαραύτης


Μήνυμα γραμμένο στον οπτικό κώδικα επικοινωνίας των hobo (1)
Το μήνυμα σημαίνει: σταμάτησε / απομακρύνσου/ κίνδυνος/
μη συνεχίσεις προς αυτή την κατεύθυνση/
κάνε ησυχία/ άνθρωπος με όπλο στην περιοχή

Να λοιπόν που πρέπει και πάλι ν΄αρχίσουμε να μιλάμε όπως ο Hugo ή ο Charles Dickens, να φωτογραφίζουμε όπως ο Lewis Hine. Είναι σίγουρο, αν ζούσαν σήμερα οι δύο πρώτοι θα υπέφεραν από συγγραφική απελπισία -αν υπάρχει τέτοιο είδος- προσπαθώντας να κρύψουν, να στεγάσουν τους ήρωές τους μέσα σε πτυχώσεις που δημιουργεί ο αρχιτεκτονημένος χώρος, σε καταπακτές, σε κατακόμβες. Δεν θα εύρισκαν στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις να κρύψουν τους φτωχούς τους πουθενά αλλού παρά μόνο στον μεγάλο αριθμό τους. Η οξύνοιά τους δεν θα εύρισκε τρόπους που να δημιουργούν συνθήκες αδιαφάνειας για τους σύγχρονους απόκληρους. Θα έπεφταν συνεχώς πάνω σε κτίρια πανοπλίες, αγκαθωτά σαν κάκτους που ευδοκιμούν στην “έρημο του πραγματικού”· σε περίφρακτους χώρους -δημόσιους ή ιδιωτικούς- που προσφέρονται στην όραση με σκοπό να εμποδίζουν ή να αποθαρρύνουν τη μη προγραμματιζόμενη χρήση. Και πουθενά καμιά υποψία "βαθουλώματος", εσοχής, κάποιας εισόδου σε ένα "κάτω κόσμο", πουθενά φιλόξενα γήινα σπλάχνα. Οι σύγχρονες πόλεις συγκρατούν τα πάντα στην επιφάνεια, μαζί και τους φτωχούς τους και τους κατατρεγμένους, κάτω από διαρκή τηλεσκοπική επιτήρηση, ενώ όλα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να ωθούν και να συγκρατούν τους απόκληρους -που αυξάνονται και πληθύνονται- σε τεράστιες, αυτοσχέδιες χωματερές ανθρώπων. Ένα αχρείαστο απόθεμα ανθρώπων -που η πολιτική οικονομία χειροτερεύει αντί να αμβλύνει τις συνθήκες εξαθλίωσής του, απωθώντας το με χίλιους τρόπους από παντού, ώστε να μην έχει που να σταθεί. Άνθρωποι κατατρεγμένοι που νιώθουν να τους τραβάνε το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Η πολιτική σε παγκόσμια κλίμακα, εξαλλάσσεται σε μια σειρά αμυντικών μηχανισμών διασποράς κοινωνικού μίσους, από τους λίγους που τα κατάφεραν απέναντι στις πλειοψηφίες των κοινωνικά και οικονομικά αδύναμων.

https://gr.pinterest.com/pin/283726845259835897/

Λειτουργικοί άνθρωποι υψώνουν κτίρια-πανοπλίες που κατ’ αναλογία με το κέλυφος του αστακού, τα αγκάθια του σκαντζόχοιρου και του αχινού, τους διάφορους τύπους καβουκιών και δαγκανών είναι ικανά να προκαλούν αποθάρρυνση και δέος (στον φτωχό, στον άστεγο, στον περαστικό, στον πρόσφυγα, στον πλάνητα). Εγκαταστάσεις και κατασκευές, συμπλέγματα ανθρωπο-απωθητικών αντικειμένων που στρέφονται σαν λόγχες, δαγκάνες, φράχτες, ασπίδες απέναντι σε κάθε παρείσακτο ή ανεπιθύμητο εισβολέα που θα επιχειρήσει να πλησιάσει· αλλά υπάρχουν και άλλες πιο συγκαλυμμένες περιπτώσεις επιθετικής αρχιτεκτονικής, όπου γίνεται προσπάθεια να κρυφτούν οι πραγματικές προθέσεις πίσω από την ευρηματικότητα και την αισθητική του design.

Δεν γνωρίζω σε ποιαν έκταση ευδοκιμούν αυτές οι πρακτικές και στις ελληνικές πόλεις και μεγαλουπόλεις, αν δηλαδή δεν απαιτούνται πιο βόρεια κλίματα (με την έννοια της πολικότητας του πλούτου - που δεν συμπίπτει κατ’ ανάγκη και με τον γεωγραφικό προσδιορισμό της πυξίδας)· αν απαντώνται κυρίως στις περιοχές εκείνες των πόλεων όπου πολώνεται ο πλούτος, σε μιαν εναγώνια, αγχωμένη προσπάθεια απώθησης της φτώχειας σε απόσταση ασφαλείας - πέρα από τις επικράτειες των κοινωνικά προνομιούχων.

https://gr.pinterest.com/pin/283726845259835918/

Εξοπλισμοί για σιδερόφρακτες πανοπλίες θωρακίζουν κτίρια και δημόσιους χώρους των πόλεων, δομές πλέγματος - με αντίστροφη λειτουργία ιστού αράχνης: όχι για να παγιδεύουν συγκρατώντας το υποψήφιο θύμα που ανύποπτο πλησιάζει, αλλά να απωθούν με τη θέα τους, να αποθαρρύνουν, να δημιουργούν προσκόμματα σε ό,τι σέρνεται ψάχνοντας ένα καβούκι, μια γούβα, μια εσοχή, ένα απάνεμο μέρος να χωθεί, σε ό,τι -άνθρωπος ή ζώο- πασχίζει για ένα είδος βολέματος - μια συμβολική επιστροφή στη μήτρα που το ξέρασε σε έναν τόσο αδιάβατο κόσμο. Ανθρωπο-απωθητικές, αρχιτεκτονικές κατασκευές που έχουν αντιθετικές λειτουργίες: επιτρέπουν και εμποδίζουν ταυτόχρονα τη χρήση, φιλτράροντας τον ανθρώπινο κόκκο που τις επιθυμεί.

Με αρχιτεκτονικές λύσεις κοινωνικού αποκλεισμού και προωθημένες τεχνικές τηλε-επιτήρησης και φύλαξης, με μια τεχνολογία υποταγμένη στους σκοπούς των κοινωνικά προνομιούχων, αλλά και με άλλες πονηριές που εξωραΐζονται και κρύβονται κάτω από ένα λούστρο αισθητικής προβεβλημένων designers, οχυρώνεται ο πλούτος απέναντι στη φτώχεια που ολοένα συγκεντρώνεται και σε περισσότερα χέρια.

Μπροστά στα πιο δύσκολα που έρχονται, όλες αυτές οι πρακτικές αποτελούν τη γραφική πλευρά της αστικής επιθετικής αρχιτεκτονικής στον αναλογικό κόσμο - που προορίζεται -αποκλειστικά- για τους φτωχούς και τους απόβλητους του ψηφιακού μας μέλλοντος. Καθώς οι ψευδαισθήσεις ξηλώνονται μία μία, γίνεται φανερό όλο και πιο έντονα ότι η φτώχεια αποτελεί δομικό στοιχείο και του αναδυόμενου ψηφιακού κόσμου. Το έχουμε καταλάβει ήδη, αυτός ο θαυμαστός καινούριος “επάνω κόσμος” επιδίδεται στην δική του ψηφιακή επιθετική αρχιτεκτονική, επινοεί τους δικούς του “φράχτες” επιθετικής πολιτικής, εγκαθιστά τα δικά του συστήματα ελέγχου. Έτσι, στα αναλογικά συστήματα απώθησης, αποκλεισμού και εγκλεισμού (που θα συνεχίσουν να υπάρχουν για τους απόβλητους του ψηφιακού κόσμου), έρχονται να προστεθούν τώρα και τα ψηφιακά συστήματα ελέγχου.

Δυο παράλληλοι κόσμοι και μια ειδοποιός διαφορά: η αξιοποιός δύναμη σε μια οικονομία αναλογικών μεθόδων παραγωγής, υποστηρίζεται από τεχνικές δημιουργίας συνθηκών σπανιότητας του παραγόμενου προϊόντος· η αξιοποιός δύναμη στην ψηφιακή οικονομία βασίζεται στο αντίθετο της σπανιότητας. Ο υλικός φορέας του ψηφιακού προϊόντος καθίσταται τώρα μια μεταβλητή στη σχέση υλικότητα – περιεχόμενο. Καθώς το ψηφιακό προϊόν υπάρχει αυτονομημένο από κάθε υλική εξάρτηση, η χρήση του δεν μπορεί να μονοπωληθεί - ώστε η κατοχή του από εμένα να εμφανίζεται ως στέρηση για όλους τους άλλους· η χρήση του δεν συνοδεύεται από ξόδεμα για τις ανάγκες μεταβολισμού ζώντων οργανισμών, από ανάλωση του υλικού του, από τη φθορά που συσσωρεύει η χρήση του· από κάποια από τις γνωστές αιτίες υποβάθμισης της υλικότητάς του δηλαδή – όπως συμβαίνει με το αναλογικό προϊόν: το ψηφιακό προϊόν μπορεί να μοιράζεται απεριόριστα. "Ένα κομμάτι της γνώσης, σε αντίθεση με ένα κομμάτι ύλης, μπορεί να μοιραστεί σε μεγάλες ομάδες ανθρώπων χωρίς να γίνει κανείς φτωχότερος” (Aaron Swartz). Και όμως, και παρ' όλα αυτά, οι συνθήκες εκμετάλλευσής της ψηφιακής παραγωγής παράγουν επίσης φτώχεια. Δεν γινόμαστε καθόλου υπερβολικοί ισχυριζόμενοι ότι στον ψηφιακό πλανήτη απλώνεται ανεξέλεγκτα ο χάρτης της φτώχειας, πολώνεται ανεξέλεγκτα ο πλούτος. 

Τόσο με την αναλογική όσο και με την ψηφιακή παραγωγή καταλήγουμε στο ίδιο παράδοξο. Στην ανάπτυξη τεχνολογιών που μειώνουν τον όγκο εργασίας που απαιτεί η παραγωγή. Είναι παράδοξο γιατί ο καπιταλισμός εξαφανίζει αυτό στο οποίο στηρίζει την ύπαρξή του ως οικονομικό σύστημα: την εργασία· την χειρονακτική (οι τεχνολογίες αναλογικής παραγωγής), την διανοητική (η ψηφιακή οργάνωση της παραγωγής). Εξαφανίζει δηλαδή προοδευτικά τον μοναδικό συντελεστή της παραγωγής που μπορεί να παράξει υπεραξία (Μαρξ): την εργασία, μετατρέποντας σε φτωχούς όλους όσους αποκλείει από την παραγωγή. Επομένως, στους φτωχούς που προέρχονται από την επικράτηση των μηχανών και τη μείωση του όγκου εργασίας που επιφέρουν στην παραγωγή, πρέπει από εδώ και πέρα να συνυπολογίζονται και οι φτωχοί που προέρχονται από την μείωση του όγκου διανοητικής εργασίας που επιφέρουν οι συσκευές και τα δίκτυα της ψηφιακής τεχνολογίας.

Ο κόσμος μας μπορεί να γίνεται ψηφιακός, η ρύπανση που παράγεται όμως είναι αναλογική· οι μεγάλοι ρυπαντές απωθούν τη ρύπανση προς τις περιοχές των φτωχών, ενεργοποιώντας μια διαδικασία αλυσιδωτής αντίδρασης συνεχούς υποβάθμισης των συνθηκών ζωής τους. Ο αναδυόμενος ψηφιακός κόσμος δεν εξαρτάται πια από τα κέντρα των πόλεων - δεν τα χρειάζεται. Εγκαταλειμμένα, υποβαθμισμένα προστίθενται τώρα στις περιοχές προς τις οποίες συνωστίζονται οι φτωχοί, και αφήνονται να καταληφθούν από την φτώχεια ενός αχαρτογράφητου αναλογικού “κάτω κόσμου”. Τα ακίνητα αυτών των περιοχών, έχοντας φτάσει στο ανώτατο σημείο της καμπύλης της αντικειμενικής τους αξίας, έχουν πάψει προ πολλού να ασκούν έλξη στους επενδυτές. Έτσι, η ωθούμενη προς τις περιοχές αυτές φτώχεια χρησιμοποιείται ως δούρειος ίππος: η παρουσία της είναι ικανή να κατεβάσει τις αντικειμενικές αξίες αυτών των ακινήτων στο ναδίρ. Σε ένα επόμενο στάδιο, το ενδιαφέρον των επενδυτών να αγοράσουν αυτά τα ακίνητα σε εξευτελιστικές τιμές, θα προκαλέσει εκστρατείες αρετής, πογκρόμ εναντίον των φτωχών, των μεταναστών, των προσφύγων που τα κατοικούν και την απώθησή τους προς άλλες περιοχές.

https://gr.pinterest.com/pin/283726845259835958/

Γύρω από τους οικιστικούς πυρήνες των προνομιούχων εκτείνονται οι μεσοαστικές περιοχές. Οι μεσοαστικές περιοχές έχουν κι αυτή τη λειτουργία: να απομακρύνουν τη φτώχεια πέρα από τις παρυφές του πλούτου, να λειτουργούν ως ανάχωμα, εμποδίζοντας τον συγχρωτισμό και αποτρέποντας τον σχηματισμό της φτώχειας ως θέαμα στον αμφιβληστροειδή του προνομιούχου. Καθώς όμως η μεσαία τάξη φτωχοποιείται και συρρικνώνεται αριθμητικά, παύει να υφίσταται εκείνο το αμιγώς μεσοαστικό στρώμα γύρω από τους πολεοδομικούς πυρήνες των προνομιούχων - που περιζώνει σαν σωσίβιο τις περιοχές του πλούτου - καταμεσής ενός ωκεανού φτώχειας. Δεν υπάρχουν πια στεγανά, η φτώχεια κυλάει παντού σαν ποτάμι μέσα από τις αρτηρίες του δημόσιου χώρου, ενώ από την άλλη πλευρά το να είσαι φτωχός σε κάνει επινοητικό σε νέους τρόπους διείσδυσης, απέναντι σε ό,τι σου αντιστέκεται και σε αποκλείει και σε κρατάει στο περιθώριο - σε απέραντες χωματερές ανθρώπων: σύνορα, φράκτες, άβατα, κάθε λογής “απαγορεύεται”.

πηγή: https://gr.pinterest.com/pin/228276274837236162/
Ο άνεργος, ο περιθωριοποιημένος, ο μετανάστης, ο πρόσφυγας, ο άστεγος, όσοι δεν συμμετέχουν στην παραγωγή δεν αποτελούν πολιτικά υποκείμενα - είναι αόρατοι, εκτός περιγραφής για την Πολιτική Οικονομία. “Φιγούρες καμωμένες από καθαρή ομίχλη”, έλεγε γι αυτούς ο Hugo. Δεν μπορούν επομένως να διεκδικούν μέσω της πολιτικής, παρά μόνο να διεισδύουν μέσω του αρχιτεκτονημένου και πολεοδομημένου περιβάλλοντος που τους αποκλείει. “Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν όλες τους καταπακτές. Το κοινωνικό έδαφος είναι παντού υπονομευμένο. Υπάρχουν υπόνομοι πιο πάνω και υπόνομοι πιο κάτω ...σκοτεινό υπέδαφος που καμιά φορά βουλιάζει κάτω από τον πολιτισμό” (είναι το μεγάλο θέμα που αξιοποιήθηκε -κυριολεκτικά και συμβολικά- στα μυθιστορήματα - ποταμός του Hugo). “Χωρογραφία” ενός “κάτω κόσμου”, στο περιθώριο αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής συγκρότησης/ανασυγκρότησης λαβυρινθικών αστικών κέντρων, διαμορφωμένων έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες της παραγωγής και της κεφαλαιακής συσσώρευσης.

Μοιάζει με μιαν εκδοχή κοινωνικού δαρβινισμού. Βλέπουμε σε φωτογραφίες στο διαδίκτυο διάφορες ευφάνταστες ιδιοκατασκευές εγκατεστημένες σε κτίρια, ή κάτω από γέφυρες ή όπου αλλού συνηθίζουν να κουρνιάζουν άστεγοι με σκοπό να τους απωθήσουν, να τους διώξουν, να τους αναγκάσουν να μετακινηθούν αλλού. Θυμηδία προκαλούν οι προσπάθειες των αρχιτεκτόνων να σχεδιάζουν παγκάκια και καθιστικά σε δημόσιους χώρους και πάρκα τόσο άβολα ώστε να αποτρέπουν να ξαπλώνει κανείς ή έστω να χαλαρώνει λίγο. Γίνονται πολύ δημιουργικοί εκεί όπου το υψηλού επιπέδου design λειτουργεί ως άλλοθι προκειμένου να κρυφτούν οι βαθύτερες ταξικές, επιθετικές προθέσεις - οι οποίες λανθάνουν όμως και εμφανίζονται κάθε φορά που ένας ταλαιπωρημένος άστεγος κάτοικος της πόλης θα νιώσει την ανάγκη να βρει να γύρει κάπου. Οτιδήποτε ξεφεύγει από την κάθετη στάση στον δημόσιο χώρο αντιμετωπίζεται ως επιστροφή στην ζωώδη κατάσταση. Κοινωνίες που θέλουν να κρύβουν τους φτωχούς τους. Σε αδυναμία να αντιμετωπίσουν πολιτικά τη φτώχεια προτιμούν να φαντασιώνονται ότι δεν υπάρχει, διατηρώντας "καθαρό" τον δημόσιο αστικό χώρο από την φτώχεια - απαλλάσσοντάς τον από την φτώχεια ως θέαμα. Οι εξαθλιωμένοι κάτοικοι των πόλεων αντιμετωπίζονται ως αδέσποτες ορδές “ενοχλητικών κολλιτσίδων” που η αρχιτεκτονική αναλαμβάνει να επινοεί τρόπους εξώθησής τους “εκεί που ανήκουν”. Η θέα του φανταχτερού, διανοητικού, ευφυούς, εμπρόθετου design, συνδυασμένου με γλυπτικές συνθέσεις μοντέρνας και μεταμοντέρνας τέχνης, κρύβει επιμελώς τα κόλπα που μηχανεύονται, και διαρκώς ανανεώνουν, αστείρευτοι σε ιδέες αστέρες του design.

Δεν είναι τυχαίο ότι σε δύο από τα τρία μυθιστορήματα του Κάφκα όλα είναι “χωρογραφία”. Περιγραφή μιας προσπάθειας διείσδυσης σε μια δομή όπου κάθε σημείο της διατηρεί ζωντανή την υποψία και την ελπίδα της ύπαρξης ενός κέντρου, από όπου όλα έχουν την αρχή τους - που όμως δεν είναι πια απαραίτητο να υπάρχει. Η εξουσία δεν χρειάζεται πλέον να έχει ένα περίοπτο κέντρο, είναι διάχυτη παντού όταν δεν αναζητάς μια εικόνα της - αλλά γίνεται απροσπέλαστη αδιαφάνεια για τον άνθρωπο-γρανάζι όταν ξαφνικά ένα γεγονός τον αποσπά απ' τη θέση του και τον καθιστά μη λειτουργικό. Η εξουσία στην σύγχρονη μορφή της έχει μεταλλαχθεί σε ένα αυτόματο που βρίσκεται πλέον εκτός ελέγχου, και συντηρείται με το αίμα και τη σάρκα των φτωχών· όπου φτωχός είναι ο απόβλητος, ο μη ενταγμένος, όποιος δεν βρίσκει τη θέση του στην αρχιτεκτονική δομή που στεγάζει τις λειτουργίες της εξουσίας (το είδαμε στην ταινία Brazil). Η αρχιτεκτονική λοιπόν -και όχι ο λόγος- μπορεί να δώσει σχήμα, μορφή στην εξουσία, να την καταστήσει ορατή - όπως ένα δέντρο δανείζει τη μορφή του στον άνεμο. Αυτός είναι ο λόγος που η αρχιτεκτονική, η δομή της πόλης γίνονται το προνομιούχο πεδίο δράσης του μη προνομιούχου, του κοινωνικά αποκλεισμένου, εκείνου που δεν έχει τίποτα να χάσει, του απόκληρου που δεν έχει μερίδιο ούτε στη γλώσσα, που τον αποκλείει και διαρκώς αισθάνεται να τον προδίδει. Η μεθοδευμένη εργαλειοποίηση της γλώσσας εξασφαλίζει ασύμμετρη δύναμη στο σύστημα που τον μετατρέπει σε απόβλητο, καθιστώντας το επινοητικό σε αλγόριθμους κοινωνικού αποκλεισμού, και απώθησης του ακατάλληλου στοκ ανθρώπων. Μετάβαση από τον δυστοπικό -αλλά ακόμη ανθρώπινο- κόσμο του Hugo στους εφιάλτες του Κάφκα. Οι λειτουργικοί χώροι, όμως, επιβάλλοντας την προστακτική δυαδική γλώσσα των συμβόλων -που κατευθύνουν, οριοθετούν, απαγορεύουν, χειραγωγούν, προγραμματίζουν-, προβάλλουν ταυτόχρονα και την καθαρότητα της παραβίασης για όλους εκείνους που η παραβίαση αποτελεί απαραίτητο όρο για την επιβίωσή τους. 

Η ικανότητα της φτώχειας να εισχωρεί, να διεισδύει είναι η αριθμητική της υπεροχή. Ο πλούτος αισθάνεται την περικύκλωση, τη φτώχεια που με μιαν ακόρεστη αυξητική δύναμη σαν βλάστηση απλώνεται, σέρνεται, τρίβεται κυριολεκτικά, κολλάει παρασιτικά πάνω στους τοίχους των πολυτελών κατοικιών σαν μούχλα που είναι ικανή να σαπίζει τον οργανισμό των κτιρίων, να λεκιάζει με την παρουσία της σε απόσταση αναπνοής τις περίτεχνες, επιβλητικές, ματαιόδοξες αρχιτεκτονικές προσόψεις δύναμης και αίγλης. 

Robert Moses (πηγή: Wikipedia)
 “Η ιστορία της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού πόλεων, των δημόσιων έργων, έχει να επιδείξει πολλά παραδείγματα υλικών διακανονισμών που άμεσα ή έμμεσα εξυπηρετούν πολιτικούς σκοπούς ή ενσωματώνουν πολιτικές κοινωνικού αποκλεισμού”, γράφει ο Langdom Winner. Έχει συζητηθεί αρκετά η αναφορά του στις γέφυρες του Long Island που χρησιμοποιεί ως παράδειγμα τεκμηρίωσης αυτής της άποψης. Στους αυτοκινητοδρόμους του Long Island της Νέας Υόρκης, σημειώνει, συμβαίνει κάτι που προκαλεί εντύπωση στον ανυποψίαστο ταξιδιώτη: περίπου 200 γέφυρες, κατά μήκος αυτών των διαδρομών, έχουν ασυνήθιστα χαμηλό ύψος. Οι γέφυρες όπως και οι αυτοκινητόδρομοι, τα πάρκα και πολλά άλλα δημόσια έργα -που άλλαξαν την όψη της Νέας Υόρκης- σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από το Robert Moses την περίοδο μεταξύ 1920 και 1970. Οι γέφυρες αυτές σχεδιάστηκαν με πρόθεση να επιτευχθεί ένα συγκεκριμένο κοινωνικό αποτέλεσμα, παρατηρεί ο Winner. Τα λεωφορεία δεν θα μπορούσαν λόγω του ύψους τους να περάσουν κάτω από αυτές τις χαμηλές γέφυρες και έτσι οι φτωχοί και οι μαύροι -που έκαναν χρήση αυτού του μέσου- δεν θα είχαν πρόσβαση προς τα πάρκα και τους χώρους αναψυχής που προορίζονταν για την λευκή ανώτερη και μεσαία τάξη. Ο Moses -που την εποχή της παντοδυναμίας του έλεγχε όλους τους μηχανισμούς- κατάφερε, όταν τέθηκε τέτοιο ζήτημα, να εμποδίσει ακόμη και την επέκταση των σιδηροδρομικών γραμμών προς τις περιοχές που ήθελε να αποκλείσει από τους φτωχούς.

Στην εποχή του ο Hugo μπορούσε να βλέπει κάτω από το κοινωνικό οικοδόμημα “βαθουλώματα κάθε λογής”. Αντιθέσεις και συμμαχίες “από τη μια κατακόμβη στην άλλη. Το θρησκευτικό λαγούμι, το φιλοσοφικό λαγούμι, το πολιτικό λαγούμι, το οικονομικό λαγούμι, το επαναστατικό λαγούμι”. Υπήρχαν ακόμη εκείνοι “που σκάβουν με την ιδέα, με τον αριθμό, με την οργή”, όπου “οι ουτοπίες πορεύονταν καταχθόνια μέσα σε αυτούς τους αγωγούς” και “διακλαδίζονταν προς όλες τις διευθύνσεις”. Σήμερα δεν υπάρχει χώρος ούτε στην ουτοπία, σκάβει μόνο η οργή.

Hobos (πηγή: Wikipedia)
Εμείς στην Αμερική είμαστε σήμερα πιο κοντά στο θρίαμβο επί της φτώχειας από οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή στην ιστορία”, έλεγε ο πρόεδρος Hoover λίγο πριν ξεσπάσει η μεγάλη οικονομική κρίση. Στα χρόνια της ύφεσης -την εποχή που ο Moses έκτιζε τις γέφυρές του-, o αριθμός των hobo (1) που περιφέρονταν στην αμερικανική ενδοχώρα, εκτεθειμένοι σε όλους τους κινδύνους, αναζητώντας ένα μεροκάματο, λίγο φαγητό, ένα ρίζωμα πάνω στο χάρτη του χρεωκοπημένου αμερικάνικου ονείρου είχε αυξηθεί εντυπωσιακά. Αν ζούσε στην Αμερική εκείνα τα χρόνια ο Hugo, το βιβλίο του θα είχε τίτλο “the Hobos”, θα εύρισκε τους ίδιους ρόλους, τις ίδιες κοινωνικές αντιθέσεις, όμως η προσφιλής του μεταφορά του “υπονόμου” στα έργα του, που λειτουργεί υπονομευτικά κάτω από το Παρίσι του -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, θα του ήταν άκαιρη. Τώρα οι αχανείς εκτάσεις του αμερικάνικου τοπίου γίνονται η καλύτερη κρυψώνα, ήταν όμως η σχετικά μικρή ταχύτητα των τραίνων της δεκαετίας του 1930 που επέτρεπε στους hobo να σαλτάρουν πάνω τους εν κινήσει, και να κάνουν προσβάσιμη γι αυτούς εκείνη την απλωσιά. Οι "ανθρώπινοι οχετοί" είναι τώρα εξαθλιωμένοι άνθρωποι πάνω σε τρένα. Αλλά σ΄αυτή την εξημερωμένη Δύση ο hobo είναι αδύναμος και “άοπλος”. Είναι αναγκασμένος να κινείται κατά μήκος σιδηροδρομικών γραμμών, στις διαδρομές που ακολουθούσε και ο πρώτος τηλέγραφος. Έπρεπε να λοξοδρομεί διαρκώς δοκιμάζοντας την τύχη του από πόλη σε πόλη, αντιμετωπίζοντας μοχθηρούς ανθρώπους, τις παγίδες του νόμου, φράχτες, σκυλιά που λύνονται και τρέχουν πίσω από τη μυρωδιά του. Με ανάλαφρο και γλαφυρό τρόπο είχε περιγράψει ο Ανατόλ Φρανς την ουσία της ισότητας απέναντι στο νόμο: “απαγορεύει στους πλούσιους, όπως και στους φτωχούς, να κοιμούνται κάτω από γέφυρες, να ζητιανεύουν και να κλέβουν ψωμί”. Τέτοιου είδους ισότητα απέναντι στο νόμο κέρδισαν οι hobo της Άγριας Δύσης όταν κατέθεσαν τα όπλα τους για να μπουν κάτω από την προστασία του νόμου.

Πηγή: https://commons.wikimedia.org/
wiki/File:Hobo_sitting_on_a_fence,_ca.1920_(CHS-1428).jpg

Το να ζεις με τον τρόπο των hobo ήταν η τέχνη να παραμένεις εκτός του οπτικού πεδίου του πλούσιου. Η τέχνη να οσμίζεσαι από μακριά τι είναι αυτό που πλησιάζεις· να βλέπεις και να διαβάζεις τα σημάδια που άφηναν προπορευόμενοι hobo σε κρίσιμα σημεία της διαδρομής που ακολουθείς· να αφήνεις τα δικά σου γι' αυτούς που θα ακολουθήσουν. Να ξέρεις που θα βρεις εργασία -δυσεύρετη στα χρόνια της μεγάλης ύφεσης- για λίγο φαγητό, φιλόξενο ιδιοκτήτη να πλησιάσεις, εχθρικό για να τον αποφύγεις, που υπάρχουν αστυνομικοί που δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο, που θα πιεις νερό, ποιο δρόμο να ακολουθήσεις όταν βρεθείς σε μια διασταύρωση, ποια σημεία προσφέρονται για να ανέβεις στο τρένο, που να κατασκηνώσεις για να κοιμηθείς όταν σε βρει η νύχτα. Μοναχικές πορείες στο έδαφος της σκληρής πραγματικότητας της Αμερικής, “στη χειρότερη χώρα να είσαι φτωχός”, όπως έλεγε ο Arnold J. Toynbee.

Μερικά από τα σύμβολα του οπτικού κώδικα επικοινωνίας 
που χρησιμοποιούσαν οι hobo 


Εκείνα τα χρόνια ο Woody Gathrie διασχίζει με τη φωνή του την αμερικανική ενδοχώρα των αντιθέσεων και των οχυρωμένων τοπικισμών και τραγουδά το "Hobo's Lullaby".
...............................
μη σκέφτεσαι το αύριο
άσε το αύριο όπως έρθει να φύγει
απόψε είναι καλά στο ζεστό φορτηγό βαγόνι
προφυλαγμένος απ' τον άνεμο και το χιόνι

Κοιμήσου λοιπόν ταλαίπωρε hobo
καθώς οι πόλεις χάνονται πίσω σου 
άκου τις ατσάλινες ράγες που βουίζουν
αυτό είναι το νανούρισμα του hobo.


https://www.imagenesmy.com/imagenes/great-depression-hobos-d2.html
https://www.imagenesmy.com/imagenes/great-depression-hobos-d2.html

Η ζωή των κοινωνικά αποκλεισμένων ήταν και είναι μια διαρκής προσπάθεια να προστατευτούν εξασφαλίζοντας τις συνθήκες της δικής τους αδιαφάνειας απέναντι στην εξουσία, μέσω ρωγμών και “διαδρόμων” στις αρχιτεκτονημένες προσόψεις δύναμης που τους αποκλείουν. Τώρα που μιλάμε, οι σύγχρονοι hobo, κρυμμένοι, πλάνητες, εξαθλιωμένοι, εκτεθειμένοι σε όλους τους κινδύνους, περιφέρονται στην απεραντοσύνη του τοπίου της Λατινικής Αμερικής - μέχρις ότου όσοι καταφέρουν και τρυπώσουν στο αμερικάνικο όνειρο -που αναγεννάται από τις στάχτες του- καθηλωθούν σε άθλιες πόλεις ή υποβαθμισμένες περιοχές πόλεων προορισμένες γι' αυτούς.

Σε μια σκηνή της ταινίας “Cocorico Monsieur Poulet” (1974), του Jean Rouch, η συντροφιά των αφρικανών περιπλανώμενων στην νιγηριανή ενδοχώρα, έχοντας βρει τρόπο να χορτάσουν την πείνα τους για λίγο, ξαπλωμένοι κάτω από τα αστέρια, γύρω από μια φωτιά (που σε όλο τον κόσμο γνωρίζουμε πόσο ευνοεί τη σκέψη και τον ρεμβασμό), ακούμε τη φράση: “το στομάχι σου είναι το σπίτι σου”. O αμερικανός περιπλανώμενος, που την ίδια περίπου εποχή ξανοιγόταν κι αυτός στους δικούς του δρόμους περιπλάνησης, πάνω στο χάρτη μιας άλλης, ουτοπικής Αμερικής, ανακάλυπτε τα όρια της δικής του περιπλάνησης. Είχε τη δυνατότητα τώρα να διατηρεί μια σοφίτα πάνω απ’ το στομάχι του – φιλόξενη στα δικά του φαντάσματα. Στη μέση του σύντομου αμερικανικού αιώνα (1945-1973), δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για μια νέα “δόμηση του αισθήματος” παρατηρεί ο Fredric Jameson. Εκείνοι που μπορούσαν τώρα να κάνουν το στομάχι τους να ησυχάζει, να μην ακούγονται οι μηχανές του, πάνω στους ίδιους δρόμους που διέσχιζαν για το ψωμί οι πεινασμένοι πρόγονοί τους, ωθούμενοι κι αυτοί από μια πείνα που παραμόνευε στο βάθος της άλλης, μπορούσαν τώρα να φαντασιώνονται: “το εγώ σου είναι το σπίτι σου”. Ο αμερικανός εκείνων των χρόνων, με τον αναχωρητισμό του -μέσω της ταχύτητας- στις μονές των αυτοκινητοδρόμων, αυτό ακριβώς ήθελε να υπερασπιστεί, να προφυλάξει στην ακεραιότητά του, από την μολυσματικότητα κάθε μορφής ληξιαρχικού “ανήκειν”. Πως ξεφυτρώνει όμως αυτό το ταλαίπωρο εγώ και τι απομένει, όταν δεν επιτρέπεις να σε αγγίζουν πράγματα, βλέμματα, συναισθήματα; Μπορούμε να πάψουμε να “καθοριζόμαστε αδυσώπητα” από ένα παρελθόν; Να μην σκαλίζουμε συνεχώς σε μια σοφίτα που είναι κλεισμένο; Πραγματική, ριζική ανεστιότητα δεν υπάρχει - δεν είμαστε φτιαγμένοι γι αυτήν.


Οι φράχτες στα σύνορα μεταξύ των ΗΠΑ και του Μεξικού άρχισαν να κατασκευάζονται την δεκαετία του 1990 σε μια προσπάθεια των ΗΠΑ να απωθηθεί η εισαγόμενη φτώχεια από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Στην Αμερική της δεκαετίας του 1960, δυστυχώς, η ιδέα που έθετε το πρόβλημα στη σωστή του βάση δολοφονήθηκε: “Εμείς στη Δύση πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι φτωχές χώρες είναι φτωχές, κυρίως επειδή εμείς τις έχουμε εκμεταλλευτεί μέσα από πολιτική και οικονομική αποικιοκρατία” (Μάρτιν Λούθερ Κινγκ). Οι πλούσιες χώρες δεν θέλουν τους φτωχούς που οι ίδιες δημιούργησαν με τις πολιτικές τους. Προτιμούν να ξοδεύουν τεράστια ποσά για την κατασκευή φραχτών κατά μήκος των συνόρων, να αντιμετωπίζουν -χωρίς αποτέλεσμα- την πολιορκία των φτωχών, που έχουν να επιδείξουν μιαν ανεξάντλητη ευρηματικότητα σε τρόπους διείσδυσης, ενώ παράλληλα -όπως συμβαίνει μετά από κάθε απαγόρευση- αναπτύσσεται και μια παραοικονομία που εκμεταλλεύεται την ανθρώπινη δυστυχία. Και σαν να μην έχει συμβεί τίποτε στην ιστορία, οι χώρες, η μια μετά την άλλη, αρχίζουν και πάλι να κλείνονται στο καβούκι τους και να οχυρώνονται πίσω από φράχτες.

Ποταμοί εξαθλιωμένων ανθρώπων πολιορκούν και την Ευρώπη. Από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Εξαθλιωμένοι άνθρωποι που δεν μας κάνουν τη χάρη και εγκαταλείπουν χώρες που έχουν καταντήσει σφαγεία στη γεωπολιτική σκακιέρα των δυτικών συμφερόντων που νέμονται τον πλούτο τους. Και αντί πολιτικών αντιμετώπισης της φτώχειας -εντός και εκτός των συνόρων-, η Ευρώπη κλείνεται σαν στρείδι κι αυτή, παρακολουθώντας, πολιτικά αμήχανη να ξεβράζονται στα σύνορά της κατά κύματα της γης οι κολασμένοι. Πολιτικοί - ενεργούμενα των πλούσιων ελίτ, επιμένουν με κυνισμό, αντί πολιτικών αναδιανομής του πλούτου -που έτσι κι αλλιώς έχει υφαρπαγεί από τους φτωχούς- να δημιουργούν συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα, να υποβάλλουν τους πληθυσμούς στο μαρτύριο μιας διαρκούς και εξαντλητικής λιτότητας - που ισοδυναμεί με αναδιανομή των οικονομικών πόρων προς όφελος του πλούτου. Αντί να προωθούν κανόνες ελέγχου σε έναν καπιταλισμό που έχει μετατρέψει τον κόσμο σε καζίνο, και με το παρελθόν που έχει η Ευρώπη, προτιμούν να καλλιεργούν φοβικά σύνδρομα, κάνοντας λόγο για "καθεστώς ...αντίστροφης αποικιοκρατίας των φτωχών χωρών στις χώρες του δυτικού κόσμου" - με μοχλό την μετανάστευση.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το μέλλον μπορείς να το διαβάσεις ξεκάθαρα στο παρελθόν σκαλίζοντας στις στάχτες του, όπου το παρελθόν -όπως λέγεται- εγγυάται το μέλλον: έτσι μετά τους αμήχανους πολιτικούς ανεβαίνουν στη σκηνή οι πολιτικοί σαλτιμπάγκοι, και τότε η στρατιά μιας κατεστραμμένης και απογοητευμένης μεσαίας τάξης αποδεικνύεται φονικό όπλο στα χέρια τους.



(1) Ηobo αποκαλούν στις ΗΠΑ το μετανάστη που περιφέρεται από πόλη σε πόλη χωρίς δουλειά και σπίτι. Ο αριθμός των hobo αυξήθηκε δραματικά την εποχή της μεγάλης ύφεσης του 1929. Για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες και τις αβεβαιότητες του τρόπου ζωής τους οι hobo ανέπτυξαν με το καιρό ένα σύστημα συμβόλων, έναν οπτικό κώδικα επικοινωνίας. Τα σύμβολα χαράζονταν ή σχεδιάζονταν με κιμωλία ή κάρβουνο σε τοίχους σπιτιών ή δημόσιων χώρων, σε φράχτες, βαγόνια, σταυροδρόμια κ.α. Με τον τρόπο αυτό έδιναν στους hobo που θα τα έβλεπαν χρηστικές πληροφορίες: πρότειναν κάποια διαδρομή, προειδοποιούσαν για ενδεχόμενους κινδύνους, τοπικά χαρακτηριστικά και συνήθειες, δυνατότητες στην περιοχή και πως μπορούσαν να τις εκμεταλλευτούν/αξιοποιήσουν,  κ.τ.λ.


Απόσπασμα από "Το βιβλίο της φτώχειας και του θανάτου" του Rainer Maria Rilke

.……………………………………………
Οι φτωχοί είναι σιωπηλοί σαν πράγματα,
κι αν έρμαια των δρόμων μια εστία τους υποδεχτεί
παίρνουν μια θέση ταπεινά σαν πρόσωπα οικεία
κι ανακατεύονται στις ακαθόριστες σκιές του σκηνικού,
σβήνοντας στη λησμονιά σαν εργαλεία παρατημένα.
Μοιάζουν με κείνους τους φύλακες αγαθών
που δεν τα αντίκρισαν ποτέ με τα μάτια τους·
περιπλανιούνται χαμένες σχεδίες πάνω από βάραθρα
και σε σεντόνια ύφασμα απλωμένα στους κάμπους
κείτονται ανυπεράσπιστοι, εκτεθειμένοι σ’ όλους τους ανέμους.
……………………………………………

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Το βιβλίο της φτώχειας και του θανάτου, Rainer Maria Rilke, εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, 2008.

Do Artifacts Have Politics? Langdon Winner

https://canvas.vt.edu/courses/58198/files/4641977/download?verifier=DyAEV0nqbTH9Znj5ERbKiVIUBWWyWP7LoSCznNkd&wrap=1

Οι Άθλιοι, V. Hugo, μετάφραση Γιώργος Κοτζιούλας.

Η Στοά, Franz Kafka, περιέχεται στη συλλογή διηγημάτων το υπερώο, εκδ. ΥΨΙΛΟΝ.Το μεταμοντέρνο ή η πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού, Fredric Jameson, εκδ. ΝΕΦΕΛΗ, 1999
Aaron Swartz Χάσαμε έναν μέντορα, έναν γέρο σοφό 
ISBN 978-618-81465-9-4 Μετάφραση: Γιάννης Φαρσάρης http://bit.ly/2M65wit





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου