ΑΓΡΙΑ ΔΥΣΗ μιας κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας - αδιαχώριστης από εκείνη που μετατρέπει το κράτος, αποκλειστικά, σε μοχλό προώθησής των ιδιαίτερων συμφερόντων της. Ζωές που συνθλίβονται ανάμεσα σε οικονομικά συμφέροντα που δρουν κοπαδιαστά, αγελαία, πολιορκώντας αδυσώπητα ένα πεδίο-στόχο: μια οικιστική περιοχή (π.χ. το Μαρούσι την δεκαετία του 1990), ένα τεχνικό σύστημα (π.χ. βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ, εξορύξεις, κ.λ.π.), ένα δημόσιο αγαθό (ενέργεια, νερό, κ.λ.π.), ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί, μια προστατευόμενη περιοχή - ό,τι θα έχει την ατυχία να βρεθεί στο οπτικό τους πεδίο, για να καταλήξει στα δόντια τους. Επενδυτικά συμφέροντα, που επιτίθενται ξαφνικά και συντονισμένα σε μια περιοχή ή τομέα -ερεθισμένα και από την μυρωδιά κρατικού χρήματος-, όχι όμως πριν δοθεί το γενικό πρόσταγμα, όχι πριν όλα να έχουν κατάλληλα προετοιμαστεί και συντονιστεί στους σκοπούς τους – ώστε να κερδηθεί και το μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό πλεονέκτημα.
Το σχέδιο είναι πάντοτε, καταθλιπτικά, το ίδιο. Περικύκλωση του υπάρχοντος, μέχρι να αναγκαστεί να τους αδειάσει τη γωνιά. Η τεχνητή ανύψωση των αξιών (ή και το αντίστροφο), μια Prêt à Porter για την περίπτωση νομοθεσία-κοστούμι που ανοίγει ένα πεδίο (και την όρεξη), ο “κατάλληλος” συντελεστής δόμησης, ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός είναι μόνο μερικά από τα όπλα, διαχρονικά, επιθετικών πολιτικών που “νομιμοποιούν” αρπακτικές διαθέσεις, ώστε να παρουσιάζονται ως επενδυτικές.
Το πεδίο-στόχος, στις περιπτώσεις αυτές αγελαίας συμπεριφοράς, αντιμετωπίζεται σαν ένα είδος μαυροπίνακα, που η ανάγκη να γράψεις επάνω του προϋποθέτει το σβήσιμο τυχόν προϋπάρχουσας γραφής. Η ιεροτελεστία του σπόγγου στη σχολική ζωή, ως μεταφορά στο επίπεδο της κοινωνίας περιγράφει μια αδυσώπητη δύναμη καταστροφής, που δεν διαγράφει μόνο τα ίχνη της “γραφής”, αλλά και τις ίδιες τις “μορφές ζωής” που συναντά.