Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ΤΗΝΟΥ ΣΤΗΝ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΛΥΤΡΑ - ΒΑΣΟΥ ΓΕΡΜΕΝΗ


Γιάννης Ψαραύτης


Το εκκλησάκι του Αγίου Μάρκου, λίγο πιο πέρα από την Χώρα της Τήνου, κοντά στο παλαιό λιμανάκι του Σταυρού, ξεχωρίζει για την κυκλαδική αρχιτεκτονική του και τη θέση του. Το συναντά ο επισκέπτης στην διαδρομή προς Κιόνια, στην άκρη του δρόμου που τώρα περνάει ξυστά από το κτίσμα, χωρίς να μεσολαβεί ούτε καν πεζοδρόμιο, με κίνδυνο να πέσεις επάνω του με το αυτοκίνητο. Ευτυχώς, και προς τιμήν των κτητόρων του, δεν έχει υποστεί καμία άλλη αλλοίωση. Και τη μαγευτική θέα από τον αυλόγυρό του προς το ηλιοβασίλεμα και το πέλαγος, δεν θα μπορούσε κανείς να του την κρύψει, καθώς είναι κτισμένο στην άκρη ενός απόκρημνου γκρεμού που καταλήγει στη θάλασσα.

Άγιος Μάρκος - Τήνος, Νικόλαος Λύτρας 1923
Άγιος Μάρκος - Τήνος, Νικόλαος Λύτρας 1923
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που το εκκλησάκι του Αγίου Μάρκου, υπήρξε πηγή έμπνευσης για σπουδαίους ζωγράφους. Στον Νικόλαο Λύτρα χάρισε, το 1923, δύο από τους πιο δυνατούς και αντιπροσωπευτικούς πίνακες - στο σύνολο του έργου του. Το 1931 περίπου εμφανίστηκε σε έκθεση του Βάσου Γερμενή πίνακας με το ίδιο θέμα, τον Άγιο Μάρκο στην Τήνο. Παραδόξως, και στους τρεις πίνακες το εκκλησάκι και το γύρω τοπίο, είναι ιδωμένα από την ίδια οπτική γωνία· αλλά αυτό ούτε τυχαίο ούτε σκόπιμο πρέπει να θεωρηθεί - έχει την εξήγησή του: η θέση που βρίσκεται το κτίσμα, μόνο από μία κατεύθυνση σου επιτρέπει να το πλησιάσεις, να σταθείς και να ζωγραφίσεις.

Αναφορά στον πίνακα και την έκθεση του Γερμενή γίνεται στο τεύχος 118 (1931) της Νέας Εστίας. Στο τεύχος 121 (1932) του ίδιου περιοδικού φιλοξενείται μια κάπως επιφυλακτική έως αρνητική κριτική του Διονύσιου Κόκκινου για την ίδια έκθεση. Αποδίδει στο ζωγράφο στείρο ακαδημαϊσμό (υπάρχουν τόσοι ζωγράφοι κατασκευαστές πινάκων, λέει χαρακτηριστικά, που το κάνουν). Και συνεχίζει, ανελέητος, - με την εξήγηση στο τσεπάκι του: απορροφημένος ο ζωγράφος από την προσπάθεια να αποδώσει τεχνικά άρτια το θέμα του, δεν έχει καταφέρει ακόμη να βρει το προσωπικό του ύφος στη ζωγραφική. Και το χοντραίνει ακόμη περισσότερο, χαρακτηρίζοντας - εμμέσως πλην σαφώς- τους πίνακες του Γερμενή ως "ζωγραφικά ρεπορτάζ".


Όμως ο κριτικός δεν υπήρξε αρνητικός σε όλα, άφηνε και κάποιο παράθυρο ανοικτό. Ξεχώρισε κάποιους πίνακες στην έκθεση που θεώρησε ότι προοιωνίζουν ή υπόσχονται μιαν μελλοντική εξέλιξη του ζωγράφου στην κατεύθυνση που υποδεικνύει η κριτική του. Το εξασκημένο μάτι του Κόκκινου είχε πέσει πάνω στον “Άγιο Μάρκο” του και βρήκε τον πίνακα “μελετημένο”. “Ο καλλιτέχνης επέτυχε μιαν αρμονία των τόνων του κυανοφαίου, και την γραφική αρχιτεκτόνιση του προτύπου του, που ξεπερνά την απλήν απόδοση του φυσικού και μαρτυρεί ποιητική διάθεση. Το έργο αυτό μας κάνει να ελπίζουμε ότι ο Γερμενής θα έχει προσωπικότερη εκδήλωση στην εργασία του".

Η φήμη του Νικόλαου Λύτρα, μετά τον πρόωρο θάνατό του από φυματίωση το 1927, ακολούθησε ανοδική πορεία. Καθιερώθηκε ως σημαντικός ζωγράφος, ανανεωτής της νεοελληνικής ζωγραφικής, ένας από τους εισηγητές του (μετα)ιμπρεσιονισμού στην Ελλάδα. Ανήκει σε εκείνους τους ζωγράφους που πρώτοι κατάφεραν να απομακρυνθούν από την μέγγενη του ακαδημαϊσμού. Και μέσα στο έργο του ξεχωριστή βέβαια θέση έχουν οι δύο πίνακες με θέμα το εκκλησάκι του Αγίου Μάρκου· δύο πολύ σημαντικά έργα της νεοελληνικής ζωγραφικής.

Τι απέγινε όμως με τον πίνακα του Γερμενή; Σαν να άνοιξε η γη και τον κατάπιε. Εξαφανίστηκε. Δημιουργική καταστροφή. Όσο και αν προσπαθήσεις, δεν θα βρεις να γίνεται άλλη αναφορά σ’ αυτόν, πέρα από τις δύο αναφορές της Νέας Εστίας που αναφέραμε. Τι να έχει συμβεί; Απέσυρε ο ίδιος ο ζωγράφος τον πίνακα; Μαράθηκε το ενδιαφέρον γι αυτόν κάτω από τη λάμψη του ανερχόμενου -μετά το 1929- άστρου του Λύτρα; Αγοράστηκε με σκοπό να “εξαφανιστεί” ώστε να μην επισκιάζει, προκαλώντας σύγχυση, τον πίνακα του Λύτρα; Υπάρχει στην ιδιωτική συλλογή κάποιου συλλέκτη μόνο για ιδιωτική του απόλαυση;

Υπάρχει η πιθανότητα ο Γερμενής να γνώριζε την ύπαρξη των δύο πινάκων του Λύτρα, να τους είχε δει όταν ζωγράφιζε τον δικό του και να επιχειρούσε απλώς έναν πειραματισμό; Μια ευκαιρία να μιμηθεί, να δοκιμάσει, να ασκηθεί στην τεχνική του Λύτρα - τις αυθόρμητες, χοντρές, αδρές αλλά μαγικές πινελιές του; Δεν περίμενε βέβαια ότι αυτός ο πίνακας θα κλέψει τις εντυπώσεις, θα τραβήξει σαν μαγνήτης το ενδιαφέρον του Κόκκινου και της κριτικής.

Αν είναι έτσι όμως, πώς εξηγείται η απουσία αναφοράς στα δύο έργα του Λύτρα στο κείμενο της κριτικής του Κόκκινου για τον Γερμενή; Είναι δυνατόν να έχανε ο κριτικός την ευκαιρία μιας σύγκρισης μεταξύ των πινάκων των δύο ζωγράφων αν γνώριζε; Το πιθανότερο, επομένως, είναι να μην είχε δει ο Κόκκινος τους πίνακες του Λύτρα πριν το 1932 - έτος που κυκλοφόρησε το τεύχος της Νέας Εστίας που περιείχε την κριτική του. Αλλά αυτό αυξάνει και την πιθανότητα να μην τους είχε δει ούτε και ο Γερμενής. Οι δύο πίνακες του Λύτρα για τον Άγιο Μάρκο υπήρχαν στο ατελιέ του ήδη από το 1923 περίπου, χωρίς να έχει ενδιαφερθεί να τους εκθέσει κάπου. Λόγω της ασθένειάς του ήταν υποτονικός και απομονωμένος εκείνα τα τελευταία χρόνια της ζωής του· και το ατελιέ ενός ζωγράφου με προχωρημένη φυματίωση, την εποχή εκείνη, δεν περιμένεις βέβαια να είναι και κέντρο διερχομένων. Το ενδιαφέρον για τον Νικόλαο Λύτρα αναζωπυρώθηκε μετά τον θάνατό του, με την αναδρομική έκθεση των έργων του στο Ζάππειο το 1929. Στην έκθεση αυτή εκτέθηκαν και οι δύο πίνακες που είχαν ως θέμα τους τον Άγιο Μάρκο.

Ο Γερμενής εκείνη την περίοδο πραγματοποιούσε το πέρασμά του στις Κυκλάδες. Η ζωγραφική του κερδίζει αναμφισβήτητα από το κυκλαδικό φως, τον τρόπο που γράφει πάνω στο τοπίο. Χειρονομεί πιο αυθόρμητα τώρα πιο άμεσα πάνω στον καμβά, απελευθερώνεται έως ένα βαθμό, το πινέλο του σαν να βρίσκει δρόμο να συλλάβει ζωγραφικά την ουσία του τοπίου. Εδώ όλα είναι φως και σκιά - και η ζωγραφική του χρώμα.

Ο απολογισμός του από τις Κυκλάδες είναι μια σειρά έργων, που ανάμεσά τους ξεχωρίζει, ασφαλώς, και η δική του ζωγραφική εκδοχή για το εκκλησάκι του Αγίου Μάρκου στην Τήνο. Το έργο εκτέθηκε στο κοινό περίπου το 1931 όπως είπαμε. Η κριτική αποτίμηση της έκθεσης από τον Διονύσιο Κόκκινο δημοσιεύτηκε το 1932. Από εκεί και μετά τίποτε. Σκοτάδι. Τα ίχνη του πίνακα χάνονται, καμιά αναφορά, σαν να μην υπήρξε. Είναι πολύ πιθανόν να αποσύρθηκε ο πίνακας σκόπιμα και διακριτικά από τον ίδιο τον ζωγράφο, όταν πια θα είχε δει τους πίνακες του Λύτρα - θυσία στο βωμό της μοναδικότητας του έργου τέχνης. Γιατί τι τύχη θα είχε ένας πίνακας που θα αντιμετωπιζόταν πάντοτε ως αντίγραφο, ή κακή απομίμηση του έργου και της τεχνοτροπίας του Λύτρα και πως αντέχεις μιαν τόσο ετεροβαρή σύγκριση.

Η “δημιουργική καταστροφή” στην περίπτωση αυτή -και η λήθη που πέφτει αργά σαν σκοτάδι είναι ένας αναίμακτος τρόπος- δίνει συνήθως τη λύση που ικανοποιεί όλους.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Νέα Εστία τευχ. 118 (1931)
Νέα Εστία τευχ. 121 (1932)
Wikipedia








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου